Σώμα κειμένων και μεθοδολογία
Η έρευνα της εικόνας της Γερμανίας στις ελληνικές εφημερίδες (Tsotsou, 2019) βασίστηκε σε σώμα κειμένων το οποίο αποτελείται από 11.859 άρθρα όλων των ειδών της καθημερινής έκδοσης και της έκδοσης του Σαββατοκύριακου των εφημερίδων Καθημερινή, Το Βήμα και Τα Νέα. Το μεγαλύτερο μέρος του σώματος κειμένων της έρευνας έχει δημοσιευθεί και είναι προσβάσιμο στο κοινό (UdS Fedora Commons Repository). Κριτήριο επιλογής των άρθρων ήταν να περιέχουν στον τίτλο τους το λέξημα γερμαν*. Έτσι, επιλέχθηκαν άρθρα τα οποία έχουν ως κύριο θέμα τη Γερμανία ή αναφέρονται στη Γερμανία, και την αναφορά αυτή ο αρθρογράφος τη θεωρεί σημαντική ή ελκυστική για τον αναγνώστη, αφού ο τίτλος έχει διπλή λειτουργία στα δημοσιογραφικά κείμενα. Αφενός παρουσιάζει το θέμα και τα βασικότερα σημεία συνοπτικά και αφετέρου διεγείρει την προσοχή του αναγνώστη.
Τα άρθρα δημοσιεύθηκαν στο διάστημα 2001–2013. Έμφαση δίνεται στη μελέτη της εικόνας της Γερμανίας τα πρώτα τέσσερα χρόνια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα (2010–2013), χρονικό διάστημα το οποίο περιλαμβάνει 7.792 άρθρα, δηλαδή το 66% του συνόλου των άρθρων. Τα υπόλοιπα άρθρα δημοσιεύθηκαν την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα και η μελέτη τους γίνεται συγκριτικά, ώστε να διαπιστωθεί σε ποιον βαθμό άλλαξε η παρουσίαση της Γερμανίας στον ελληνικό τύπο μετά την έναρξη της κρίσης και την εμπλοκή της Γερμανίας σε αυτή ως του ισχυρότερου πυλώνα της Ευρωζώνης. Η μεθοδολογική προσέγγιση βασίζεται στις αναλυτικές κατηγορίες της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου [Critical Discourse Analysis] (Wodak/Meyer, 2001) και της Γλωσσολογίας Σωμάτων Κειμένων [Corpus Linguistics] (Stubbs, 1996). Έτσι, ρίχνεται φως στη διαλεκτική σχέση μεταξύ του Λόγου [discourse] και του κοινωνικοπολιτικού περικειμένου και αποκαλύπτονται οι ιδεολογίες που προωθούνται μέσω συγκεκριμένων γλωσσικών στρατηγικών για να δομήσουν την αντίθεση ανάμεσα στην ομάδα του «εμείς» και «των άλλων». Παράλληλα, μελετώνται οι επαναλαμβανόμενες γλωσσικές δομές οι οποίες αυξάνουν την επίδραση του Λόγου στον αναγνώστη και έχουν ως αποτέλεσμα τα στερεότυπα για τη Γερμανία να παρουσιάζονται ως δεδομένα και αποδεκτά από το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Οι βασικότερες διαφορές πριν και μετά το 2010
Η παρουσίαση της Γερμανίας στον ελληνικό τύπο άλλαξε ουσιωδώς μετά την οικονομική κρίση. Στο χρονικό διάστημα 2001–2009 η Γερμανία αντιμετωπιζόταν ως ένα διεθνές θέμα, καθώς τα σχετικά άρθρα βρίσκονταν στις αντίστοιχες στήλες των εφημερίδων («Διεθνής Οικονομία», «Κόσμος», «Διεθνή»), ενώ από το 2010 και μετά παρατηρείται μια μετατόπιση στις στήλες που αφορούν την Ελλάδα («Οικονομία», «Ελλάδα», «Πολιτική», «Ελληνική Οικονομία»), οπότε η Γερμανία παρουσιάζεται ως ένα εσωτερικό ζήτημα που επηρεάζει την πολιτική της Ελλάδας. Αυτό είναι αναμενόμενο, καθώς στο πρώτο χρονικό διάστημα οι θεματικές με τις οποίες ασχολείται ο ελληνικός τύπος όταν αναφέρεται στη Γερμανία είναι είτε διεθνή ζητήματα, όπως η άρνηση της χώρας να συμμετάσχει στον πόλεμο του Ιράκ, είτε ζητήματα που αφορούν τη Γερμανία και θεματοποιούνται λόγω της ευρύτερης σημασίας που έχουν για την ευρωπαϊκή οικονομία, όπως η ανεργία στη χώρα και η Agenda 2010. Αντίθετα, με την έναρξη της ελληνικής κρίσης και τον ενεργό ρόλο της Γερμανίας, ως του ισχυρότερου πυλώνα της Ευρωζώνης, στις διαπραγματεύσεις για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, τα άρθρα σχετικά με τη συγκεκριμένη χώρα αφορούν την ελληνική οικονομία και πολιτική. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το γεγονός ότι η εικόνα της Γερμανίας πριν την έναρξη της κρίσης αποτελείται από πληθώρα θεματικών πεδίων εκτός από την πολιτική, όπως η λογοτεχνία, η κουλτούρα, η επιστήμη και το ποδόσφαιρο, όπως φανερώνεται από τις λέξεις-κλειδιά των κειμένων, με τις οποίες γίνεται αναφορά σε γερμανούς φιλοσόφους, επιστήμονες και λογοτέχνες, καθώς και γερμανικές ποδοσφαιρικές ομάδες. Αντίθετα, από το 2010 και έπειτα, η πολιτική και η οικονομία αποτελούν τα κυριότερα θεματικά πεδία και μάλιστα ειδικά τα άρθρα γνώμης που αφορούν τη Γερμανία δεν ασχολούνται με κανένα άλλο θέμα, πέρα από το ρόλο της στην ελληνική οικονομία. Οι παραπάνω διαπιστώσεις τεκμηριώνονται και με τη μελέτη των συνάψεων, οι οποίες κάνουν ιδιαίτερα φανερές τις διαφορές ανάμεσα στο διάστημα 2001–2009 και 2010–2013. Οι συνάψεις ενός λεξήματος είναι τα λεξήματα τα οποία εμφανίζονται δίπλα του στο κείμενο και των οποίων η συνύπαρξη δεν είναι τυχαία, αλλά αντίθετα συμβάλλει στην κατανόηση της σημασίας της λέξης (Sinclair, 1991). Στόχος της ανάλυσης είναι η παρουσίαση των συνάψεων του λεξήματος γερμαν*, όπως αυτές εμφανίζονται στην πρώτη θέση αριστερά και δεξιά του. Μέσω αυτής της αναλυτικής κατηγορίας επισημαίνονται τόσο οι γερμανικοί φορείς που συνιστούν την οντότητα της Γερμανίας, όπως κατασκευάζεται στις ελληνικές εφημερίδες, όσο και οι επιθετικοί προσδιορισμοί που χαρακτηρίζουν αυτούς τους φορείς.
Στο παραπάνω σχήμα φαίνονται οι συνάψεις του λεξήματος γερμαν* στο χρονικό διάστημα πριν την κρίση. Όπως γίνεται σαφές, τα αποδιδόμενα χαρακτηριστικά είναι θετικά, αφού αφορούν την εγκυρότητα και την αξιοπιστία, ενώ οι φορείς που κατονομάζονται σχετίζονται με τομείς στους οποίους η Γερμανία έχει ισχυρή παρουσία, όπως η οικονομία, το ποδόσφαιρο και η βιομηχανία. Τα πράγματα είναι διαφορετικά στο διάστημα 2010–2013:
Οι θετικοί χαρακτηρισμοί μετά την κρίση εξαφανίζονται και στη θέση τους εμφανίζεται το αρνητικό χαρακτηριστικό της γερμανικής σκληρότητας αλλά και επίθετα που επισημαίνουν την ευπορία των Γερμανών για να τονιστεί η αντίθεση με τη φτωχή Ελλάδα. Επιπλέον, διαφορετικοί είναι και οι φορείς που κατονομάζονται στον Λόγο. Γίνεται ιδιαίτερη μνεία στα γερμανικά περιοδικά και γενικά τα ΜΜΕ λόγω του διαλόγου που είχε ανοίξει ανάμεσα σε αυτά και τα ελληνικά ΜΜΕ, ενώ ενδιαφέρουσα είναι και η αναφορά στους γερμανούς φορολογούμενους και τουρίστες με το σκεπτικό ότι συμβάλλουν στην ελληνική οικονομία. Τέλος, η θεματική της οικονομίας με αναφορά σε γερμανούς οικονομολόγους αλλά και το γερμανικό ΑΕΠ βρίσκονται επίσης στο επίκεντρο. Σημαντική διαφορά είναι και η ερμηνεία που δίνουν οι ελληνικές εφημερίδες σε ένα χαρακτηριστικό της γερμανικής εικόνας το οποίο μένει σταθερό τόσο πριν όσο και μετά την ελληνική κρίση. Η ισχύς και ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελούν βασικές συνιστώσες της περιγραφής της και στα δύο χρονικά διαστήματα, όμως σε κάθε περίπτωση ερμηνεύονται διαφορετικά. Πριν το 2010 ερμηνεύονταν θετικά, καθώς η χώρα παρουσιαζόταν ως κεντρικός παράγοντας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, που την προωθεί ενεργά και φροντίζει για την παγκόσμια ειρήνη, ενώ ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος περιγραφόταν ως παρελθόν, το οποίο η Γερμανία έχει ξεπεράσει:
Νιώθουν κυρίως οι Γερμανοί στην παρούσα περίοδο, μετά και την επιτυχή έκβαση της διαπραγμάτευσης για τη διεύρυνση, να απελευθερώνονται από τη δυστυχία που άφησε πίσω του ο πόλεμος, καθώς είναι οι πρωταγωνιστές του εγχειρήματος [της διεύρυνσης] και αναλαμβάνουν το μεγαλύτερο οικονομικό κόστος. Άλλωστε ο ζωτικός τους χώρος αυξάνει, οι χώρες της κεντρικής Ευρώπης έρχονται κοντά τους και δεν είναι λίγοι εκείνοι, που πιστεύουν ότι η Γερμανία της ειρηνικής περιόδου επιτυγχάνει όσα δεν πέτυχε η Γερμανία του πολέμου. [..] Μια Ευρώπη δημιουργική που θα συνενώνει και θα φέρνει πιο κοντά τούς λαούς, δημιουργώντας συνθήκες ευημερίας και ανάπτυξης, σε περιβάλλον ειρηνικό, μπορεί να είναι πρότυπο ακόμη και για τις πιο ταραγμένες περιοχές του κόσμου.1Καθημερινή, 15.12.2002.
Υπό αυτή την έννοια, τα οικονομικά και πολιτικά άρθρα στις ελληνικές εφημερίδες προ κρίσης διαπλέκονταν διακειμενικά με τη θεματική της ιστορίας και χρησιμοποιούσαν το κλασικό γερμανικό στερεότυπο περί γερμανικής ισχύος για να δομήσουν την αντίθεση ανάμεσα στη Γερμανία του πολέμου και τη σημερινή Γερμανία της ειρήνης και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Όπως θα επισημανθεί στα επόμενα κεφάλαια, το ίδιο στερεότυπο της ισχυρής Γερμανίας και η διαθεματική σχέση ανάμεσα στις οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις αφενός και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αφετέρου πρωταγωνιστούν στον Λόγο του ελληνικού τύπου και μετά το 2010, όμως πλέον αποκτούν αρνητική χροιά και ερμηνεύονται με τελείως διαφορετικό τρόπο.
Γερμανική Ευρώπη
Από το 2010 η εικόνα της Γερμανίας είναι πια τελείως διαφορετική σε σχέση με αυτήν πριν την κρίση και μπορεί γενικά να χαρακτηριστεί ως αρνητική. Λόγω της οικονομικής κρίσης και του ρόλου της Γερμανίας σε αυτή, παρατηρείται μια μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την πλευρά του ελληνικού τύπου. Η Γερμανία δεν είναι πλέον ένα διεθνές θέμα αλλά εσωτερικό θέμα της Ελλάδας, με τα βασικότερα ζητήματα που απασχολούν τον τύπο να είναι το σχέδιο για τη διάσωση της Ελλάδας, το χρέος, το έλλειμμα, ο κίνδυνος της χρεοκοπίας, τα σκληρά μέτρα λιτότητας και οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία, όπως φανερώνουν οι αντίστοιχες λέξεις-κλειδιά που κυριαρχούν στα άρθρα των εφημερίδων. Συγκεκριμένα, από τις πρώτες 100 συχνότερες λέξεις-κλειδιά στα άρθρα περί Γερμανίας μετά το 2010:
· Οι 37 αφορούν την κρίση, τα μέτρα λιτότητας και το σχέδιο για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας (χρέος, κρίση, λιτότητα, βοήθεια, ομόλογο, ΕΚΤ, μηχανισμός, κούρεμα, Τρόικα, διάσωση, ΔΝΤ, στήριξη, τράπεζα, δημοσιονομικός, EFSF, αναδιάρθρωση, ESM, δάνειο, πακέτο, έξοδος, Ντράγκι, ταμείο, δόση, ανταγωνιστικότητα, νόμισμα, χρεοκοπία, πλεόνασμα, πιστωτής, χρηματοπιστωτικός, επιμήκυνση, νομισματικός, φορολογούμενος, Λαγκάρντ, σταθερότητα, δανειστής, μνημόνιο, υπερχρεώνω).
· Οι 9 σχετίζονται με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη (Ευρωζώνη, ευρώ, Ευρώπη, Eurogroup, ευρωομόλογο, ΕΕ, Ένωση, εταίρος, Σύνοδος), οπότε διαφαίνεται πόσο στενά συνδέει ο ελληνικός τύπος τη Γερμανία με την ευρωπαϊκή πολιτική, η οποία, όπως υποστηρίζεται, επηρεάζεται σαφέστατα από τη γερμανική ηγεσία.
· Οι 5 αφορούν χώρες, οι οποίες σχετίζονται κατά κάποιο τρόπο με την Ελλάδα και κατηγοριοποιούνται στην ομάδα του «εμείς», αφού είτε έχουν και αυτές οικονομική κρίση (Νότος, Ισπανία, Κύπρος) είτε αντιπροσωπεύουν την ελπίδα της Ελλάδας να βρεθεί το αντίπαλο δέος ενάντια στη γερμανική πολιτική, με πρωταγωνίστρια εδώ τη Γαλλία (Φρανσουά, Ολάντ).
· Οι 3 κατονομάζουν την Ελλάδα (Ελλάδα, ελληνικός, Έλληνας), κάτι που έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Γερμανία αντιμετωπίζεται ως εσωτερικό ζήτημα της Ελλάδας, το οποίο επηρεάζει έντονα την πορεία της χώρας.
Παρόλο που η ισχύς και ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση κρίνονταν θετικά πριν την κρίση, τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά ερμηνεύονται τώρα ως ηγεμονισμός, εθνοκεντρισμός και επιβολή των γερμανικών όρων:
Η Γερμανία είναι καταδικασμένη να χάσει τη μάχη για την οικονομική καθυπόταξη της Ευρώπης μέσω της φτώχειας και της αύξησης των χρεών των ασθενέστερων χωρών. Όχι επειδή δεν είναι ισχυρή αλλά επειδή δεν αντιλαμβάνεται ότι πέραν των δικών της αντιλήψεων υπάρχει και μια άλλη συλλογική αντίληψη για το τι είναι η Ευρώπη και πώς πρέπει να προχωρήσει.2Το Βήμα, 21.11.2010.
Η θεώρηση της Γερμανίας στον ελληνικό τύπο ως εσωτερικό θέμα της Ελλάδας γίνεται ιδιαίτερα φανερή στην παρουσίαση αμιγώς εσωτερικών ζητημάτων της Γερμανίας, όπως οι εκλογές στη χώρα, τα οποία εκτίθενται από τη σκοπιά των γεγονότων που επηρεάζουν καθοριστικά την Ελλάδα, αφού η Γερμανία θεωρείται πλέον ως βασικός φορέας διαμόρφωσης της πολιτικής και της οικονομίας στην Ελλάδα:
Στο σημερινό μοναδικό προεκλογικό τηλεοπτικό ντιμπέιτ μεταξύ της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ και του αντιπάλου της ηγέτη των Σοσιαλιστών Πέτερ [sic] Στάινμπρουκ κύριο θέμα θα είναι η Ελλάδα! Το έναυσμα για να επικεντρωθεί ο προεκλογικός αγώνας στη Γερμανία στο πρόβλημα του ελληνικού χρέους έδωσε ο Σόιμπλε με τη δήλωσή του ότι θα χρειασθεί και τρίτο πακέτο στήριξης.3Το Βήμα, 01.09.2013.
Η στερεότυπη φράση γερμανική Ευρώπη εμφανίζεται πολύ συχνά στις μεγαλύτερες ελληνικές εφημερίδες και κυρίως στα άρθρα γνώμης, ως επανάληψη ενός σταθερού προτύπου το οποίο συμβάλλει στην εδραίωση της αναπαραγόμενης ιδεολογίας ως φυσικής και δεδομένης για όλους τους αναγνώστες, με αποτέλεσμα αυτή να προωθείται πιο αποτελεσματικά, να παρουσιάζεται ως αυτονόητη και να επηρεάζει σε μεγαλύτερο βαθμό τον δέκτη του Λόγου και συνεπώς το κοινωνικό περικείμενο. Αποτελεί στο σώμα κειμένων που μελετήθηκε τη συχνότερη στερεοτυπική φράση, η οποία με ένα λιτό, εύληπτο και παραστατικό τρόπο αναπαράγει την ιδεολογία περί γερμανικής ηγεμονίας, η οποία θέλει να επιβληθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο εθνικισμός της Γερμανίας και το ενδιαφέρον μόνο για τα δικά της ζωτικά συμφέροντα αποτελούν το περιεχόμενο αυτής της φράσης, η οποία μέσω και άλλων γλωσσικών μέσων, όπως η μεταφορά που παρουσιάζει το γερμανικό κράτος ως αυτοκρατορία και ως συνέχεια του 3ου Ράιχ («Καλώς ήλθατε στο 4ο Ράιχ»), όπως θα αναλυθεί παρακάτω, συνδέει τη Γερμανία του παρόντος με τη ναζιστική Γερμανία του παρελθόντος. Η γερμανική στάση απέναντι στο ελληνικό πρόβλημα και τα μέτρα λιτότητας στην ελληνική οικονομία αποκτούν έτσι ένα ευρύτερο πλαίσιο, αφού δεν αφορούν αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά φανερώνουν ένα συνολικό σχέδιο της Γερμανίας να υποδουλώσει ολόκληρη την Ευρώπη. Με αυτόν τον τρόπο, η Γερμανία τοποθετείται στην ομάδα «των άλλων» και βρίσκεται, σύμφωνα με τον ελληνικό τύπο, απέναντι όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη. Ωστόσο, αυτή η γενική παρατήρηση παρουσιάζει διαφορές στις επιμέρους εφημερίδες. Η Καθημερινή έχει γενικά ένα ήπιο και ουδέτερο προφίλ με διαφόρων ειδών γνώμες, οι οποίες αντανακλούν απόψεις σε ένα ευρύ φάσμα. Από τη μία, υπάρχουν τα άρθρα που αξιολογούν τη στάση της Γερμανίας ως εθνοκεντρική και χτίζονται πάνω στη λογική της γερμανικής Ευρώπης («Οι μάσκες έπεσαν. Στο εξής, όλοι θα ζούμε σε μια Ευρώπη πιο γερμανική, με οικονομική πολιτική που θα την καθορίζει το μοντέλο «εξαγωγές ή θάνατος» του ασκητικού Βερολίνου.»4Καθημερινή, 28.03.2010.). Ταυτόχρονα, όμως, η εφημερίδα υιοθετεί μια πιο πλουραλιστική στάση, η οποία απορρέει από τον στόχο της να παρουσιάσει τις οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες όσο το δυνατόν πιο ψύχραιμα και αμερόληπτα, οπότε υπάρχουν και τα άρθρα που επισημαίνουν τη βοήθεια της Γερμανίας και τις δυσκολίες του όλου εγχειρήματος: «Η ηγεμονική διάθεση δεν θα πρέπει να συγχέεται με το ότι η κ. Μέρκελ επιβάλλει όρους, όταν δίνει δάνεια.»5Καθημερινή, 28.11.2010.
Το Βήμα επικεντρώνεται περισσότερο στη γερμανική ηγεμονία («Το μοναδικό που ενδιαφέρει το Βερολίνο είναι η πλήρης επικράτησή του στην ευρωζώνη και η μετατροπή της σε ζωτικό του χώρο»6Το Βήμα, 31.07.2011.), με αποτέλεσμα η φράση γερμανική Ευρώπη να εμφανίζεται στα άρθρα γνώμης της εφημερίδας 56 φορές στο διάστημα 2010–2013, όταν Τα Νέα τη χρησιμοποιούν 24 φορές και η Καθημερινή 17 φορές. Μάλιστα, στην εφημερίδα Το Βήμα εμφανίζεται επίσης η στερεοτυπική φράση γερμανική ηγεμονία 20 φορές, όταν Τα Νέα και η Καθημερινή τη χρησιμοποιούν στα άρθρα γνώμης μόνο 1 και 3 φορές αντίστοιχα. Από την άλλη, Τα Νέα τονίζουν, εκτός από τον ηγεμονισμό της Γερμανίας, και ένα άλλο αρνητικό χαρακτηριστικό της γερμανικής οικονομικής πολιτικής, το ότι δηλαδή είναι λάθος και αναποτελεσματική, επειδή δεν λαμβάνει υπόψη της τη συνθετότητα της οικονομικής κρίσης, με αποτέλεσμα να οδηγεί στη συνεχιζόμενη κρίση στην Ελλάδα:
Και γιατί η δημοσιονομικά αμαρτωλή, στο παρελθόν, Γερμανία χαίρει σήμερα της εμπιστοσύνης των αγορών; Προφανώς επειδή ο υπερδανεισμός, η υπερχρέωση δεν είναι οι αιτίες αλλά το σύμπτωμα της κρίσης […] Αν αυτή η ανάγνωση των αιτιών της κρίσης είναι σωστή, τότε είναι φανερό ότι η πίεση στις χώρες της περιφέρειας για εσωτερική υποτίμηση και λιτότητα – ενόσω τα εμπορικά πλεονάσματα του πυρήνα της ζώνης παραμένουν ανέπαφα – και η θέσπιση κανόνων διαρκούς λιτότητας δεν οδηγούν σε υπέρβαση της κρίσης. Οδηγούν σε διάλυση της ευρωζώνης.7Τα Νέα, 10.12.2011.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και οι θεωρίες συνωμοσίας
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος θεματοποιείται από το 2010 συχνότερα σε σχέση με πριν την κρίση και κατασκευάζει την εικόνα της Γερμανίας αρνητικά. Σε αυτό το θεματικό πεδίο πρέπει πάλι να επισημανθεί η μετατόπιση του ενδιαφέροντος στον ελληνικό τύπο, αφού το θέμα αυτό βρίσκεται στο προσκήνιο κυρίως λόγω των ελληνικών διεκδικήσεων για τις πολεμικές αποζημιώσεις, έτσι ώστε να τονιστεί ότι δεν χρωστάει μόνο η Ελλάδα στη Γερμανία αλλά ισχύει και το αντίστροφο:
Τίθεται το ερώτημα αν οι Γερμανοί φορολογούμενοι γνωρίζουν τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι πατεράδες και οι παππούδες τους στην Ελλάδα πριν από 69 χρόνια. Τις συνέπειες αυτών τις πλήρωσαν, τις πληρώνουν και θα τις πληρώνουν ακόμη οι Έλληνες. Γνωρίζουν τις οικονομικές οφειλές της σημερινής Γερμανίας ακόμη και από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο; Γνωρίζουν ότι εκτός των απωλειών ανθρωπίνων ζωών […] προκάλεσαν µε τις ληστείες τους και το αναγκαστικό – συμβατικό κατοχικό δάνειο έναν πρωτοφανή υπερπληθωρισμό που εκμηδένισε την ελληνική δραχμή […];8Τα Νέα, 15.01.2011.
Ωστόσο, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν εμφανίζεται μόνο μέσω της αναφοράς στις γερμανικές αποζημιώσεις αλλά και μέσω της σύνδεσης ανάμεσα στα πολιτικά άρθρα και τη θεματική της ιστορίας. Έτσι, ο πόλεμος παίζει στην επιχειρηματολογία των άρθρων έναν πολύ σημαντικό ρόλο, ο οποίος λειτουργεί με τελείως διαφορετικό τρόπο σε σχέση με πριν την κρίση. Η Γερμανία δεν παρουσιάζεται πλέον ως μια χώρα που αποτίναξε το ένοχο παρελθόν της, αλλά ως μια χώρα, η οποία, ακριβώς όπως στο παρελθόν, θέλει να υποτάξει τις άλλες χώρες: «Ο φόβος του 4ου Ράιχ, ενός γερμανικού ιμπέριουμ (Imperium) που θα επιβληθεί όχι με τις τεθωρακισμένες μεραρχίες αλλά με τα επιτόκια δανεισμού, είναι της μόδας στην Ευρώπη.»9Τα Νέα, 03.12.2011.
Η διαθεματική συσχέτιση του οικονομικού με τον ιστορικό Λόγο γίνεται με ποικίλες διακειμενικές συνδέσεις, μέσω των οποίων το άρθρο αναφέρεται σε άλλα κείμενα και κοινωνικές πρακτικές. Σε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα γίνεται αναφορά σε μια έκθεση τέχνης στο Παρίσι και το αίσθημα ενοχής για το ναζισμό, το οποίο σύμφωνα με πολλά γερμανικά μέσα ενημέρωσης η έκθεση αποδίδει στους Γερμανούς και στη στάση τους απέναντι στην οικονομική κρίση στον ευρωπαϊκό Νότο:
„Για τη Γερμανία, 1800–1939” είναι ο τίτλος της έκθεσης που παρουσιάζεται αυτόν τον καιρό στο Λούβρο […] Η πολεμική είναι πολύ μεγάλη στη Γερμανία, όπου η ανάγνωση της έκθεσης γίνεται μέσα από το πρίσμα της ενοχής, της εθνικής ενοχής για τον ναζισμό. Αρθρογράφοι σε μεγάλα μέσα ενημέρωσης, όπως η “Die Zeit” και η “Frankfurter Allgemeine Zeitung”, χάνουν την ψυχραιμία τους, εντάσσουν την έκθεση στο κλίμα της […] αντιπαράθεσης μεταξύ Νότου και Βορρά.10Το Βήμα, 12.05.2013.
Ένα άλλο άρθρο τονίζει ένα ακόμα χαρακτηριστικό των Γερμανών, το οποίο προκύπτει από τη συμπεριφορά τους στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά έχει επιπτώσεις και στη σημερινή συγκυρία, τον φόβο τους απέναντι στους αδύναμους και την επιθυμία τους να τους καταστρέψουν:
Αξίζει τον κόπο να αναφερθούμε στο μυθιστόρημα ”Καπούτ”, του Ιταλού συγγραφέα Κούρτσιο Μαλαπάρτε (1898–1957). “Σε κανένα μέρος της Ευρώπης ο Γερμανός δεν μου είχε φανεί τόσο γυμνός, τόσο ακάλυπτος, όπως στην Πολωνία. […] ο Γερμανός δεν φοβάται καθόλου τον ισχυρό άνθρωπο, τον ένοπλο, ο οποίος τον αντιμετωπίζει με θάρρος και του αντιστέκεται. Ο Γερμανός φοβάται τους αόπλους, τους αδυνάτους, τους αρρώστους.” […] οι Γερμανοί φοβούνται –και γι‘ αυτό ηδονίζονται στην ιδέα να συντρίψουν– τον εκάστοτε αδύναμο.11Καθημερινή, 29.05.2011.
Η αναφορά αυτή από τον αρθρογράφο στο μυθιστόρημα Καπούτ και το συγκεκριμένο γερμανικό χαρακτηριστικό υπονοεί ότι η τάση αυτή συνεχίζεται και στη σύγχρονη εποχή και αποτυπώνεται στην επιθυμία της Γερμανίας να καταστρέψει μια αδύναμη χώρα, όπως η Ελλάδα. Τα απειλητικά χαρακτηριστικά των Γερμανών δεν εκφράζονται μόνο μέσω των παραπάνω ρητών διακειμενικών σχέσεων αλλά και μέσω της έμμεσης αναφοράς στην ελληνική ταινία του 1948 Οι Γερμανοί ξανάρχονται, της οποίας το θέμα είναι η γερμανική κατοχή στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου: «Είτε κερδίσει τις εκλογές είτε τις χάσει η κυρία Μέρκελ οι Γερμανοί θα είναι πάντα Γερμανοί και ως Γερμανοί ξανάρχονται!»12Το Βήμα, 25.08.2013.
Η επανάληψη της φράσης έχει ως στόχο να συνδέσει τη γερμανική πολιτική κατά τη διάρκεια της κρίσης με την απειλητική και καταστρεπτική συμπεριφορά των γερμανικών στρατευμάτων κατά την Κατοχή στην Ελλάδα. Μάλιστα, επαναλαμβάνεται στερεοτυπικά 33 φορές και γίνεται έτσι σλόγκαν του τρόπου, με τον οποίο ο ελληνικός τύπος απεικονίζει με παραστατικότητα την εμπλοκή της Γερμανίας στην αντιμετώπιση της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Άλλωστε, η στερεότυπη φράση τέταρτο Ράιχ, η οποία εμφανίζεται 24 φορές στο σώμα κειμένων που μελετήθηκε, χτίζει αυτόν τον συσχετισμό της σημερινής Γερμανίας με το τρίτο Ράιχ της ναζιστικής εποχής και λειτουργεί ως ένας απλός σύνδεσμος, ο οποίος εμφατικά και με σαφήνεια κατασκευάζει το αφήγημα της γερμανικής ηγεμονίας. Μάλιστα, η φράση αυτή αποτελεί τη γλωσσική πραγμάτωση της μεταφοράς ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ.
Όπως θα αναλυθεί στο επόμενο κεφάλαιο, η μεταφορά έχει ως στόχο να απλοποιήσει την πολύπλοκη διαχείριση της οικονομικής κρίσης και τις σύνθετες αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν από τους ηγέτες στην Ευρώπη μέσω της σύνδεσής της με ένα εύληπτο θεματικό πεδίο όπως η αυτοκρατορία, στην οποία υπάρχει ένα κράτος που ηγεμονεύει όλα τα υπόλοιπα. Υπό αυτό το πρίσμα, η εικόνα της Γερμανίας οικοδομείται αρνητικά, ενώ εκφράζονται και απόψεις, οι οποίες κινούνται στα όρια των θεωριών συνωμοσίας και παρουσιάζουν τη Γερμανία ως εκμεταλλευτή και σφετεριστή της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, που θέλει να φτωχύνει και να υποδουλώσει τον ελληνικό λαό:
Ό,τι ακριβώς είπε ο κ. Σόιμπλε χθες: η μεταβίβαση της κυριαρχίας, με ότι αυτή συνεπάγεται. Οι χθεσινές δηλώσεις Σόιμπλε στο περιοδικό Στερν ρίχνουν οριστικά κάθε πρόσχημα και κάθε αυταπάτη: το μοναδικό που ενδιαφέρει το Βερολίνο είναι η πλήρης επικράτησή του στην ευρωζώνη και η μετατροπή της σε ζωτικό του χώρο. […] Βλέπουν τώρα όλο και πιο πολλοί ότι η Γερμανία εκμεταλλεύθηκε, αξιοποίησε, αν όχι και συντήρησε αυτή την κρίση για ίδιον όφελος. Και αντιλαμβάνονται ότι πρέπει κάτι να γίνει ευρύτερο, καθώς ο κίνδυνος δεν αφορά πια μόνον την Ελλάδα, ούτε καν μόνον τις χώρες που μπήκαν στον μηχανισμό. Αφορά πια ολόκληρη την Ευρώπη.13Το Βήμα, 31.07.2011.
Το παραπάνω απόσπασμα συνδέεται διακειμενικά με τη θεματική του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου μέσω της φράσης ζωτικός χώρος, η οποία αντλείται από τη χιτλερική ορολογία, και εκθέτει με συνοπτικό τρόπο όλα τα στοιχεία που συνιστούν μια συνωμοσία. Έτσι, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, τα μέτρα λιτότητας που σημαίνουν μεταβίβαση κυριαρχίας είναι ο μηχανισμός με τον οποίο η συνωμοσία της Γερμανίας υλοποιείται, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της, δηλαδή η επικράτηση της χώρας στην Ευρώπη. Θύματα αυτής της συνωμοσίας είναι όχι μόνο η Ελλάδα αλλά όλες οι χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση και αναγκάστηκαν να μπουν στον μηχανισμό διάσωσης.
Τέτοιου είδους θεωρίες συνωμοσίας απαντούν και σε άλλα αποσπάσματα, όπως αυτό που αναφέρθηκε στην εισαγωγή («Εκεί όπου απέτυχε ο Χίτλερ, να κατακτήσει την Ευρώπη με στρατιωτικά μέσα, η σύγχρονη Γερμανία θα επιτύχει με μέσο τη δημοσιονομική πειθαρχία. Καλώς ήλθατε στο 4ο Ράιχ!»), στο οποίο η σύνδεση με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο γίνεται με ρητό και άμεσο τρόπο. Μάλιστα, εδώ διατυπώνεται η θέση ότι η ήττα της Γερμανίας στον πόλεμο είναι η αιτία πίσω από τη γερμανική συνωμοσία για κατάκτηση της Ευρώπης. Σε συναφές πλαίσιο αναφορικά με τον ρόλο της θεματικής του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στα σύγχρονα άρθρα περί γερμανικής πολιτικής κινούνται και τα αποτελέσματα της εργασίας των Bickes et al. (2012), στην οποία μελετήθηκε η παρουσίαση της Γερμανίας σε έξι ελληνικές εφημερίδες (εκτός από την Καθημερινή και Το Βήμα, επίσης στην Αυγή, το Ριζοσπάστη, τον Ελεύθερο Τύπο και την Ελευθεροτυπία) από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του 2010. Σε αυτήν περιγράφεται η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν της Γερμανίας, υπό την έννοια ότι οι Γερμανοί παρουσιάζονται με βάση το στερεότυπο ότι είναι ναζί ακόμα και στη σημερινή εποχή, σε συνδυασμό και με άλλους χαρακτηρισμούς, όπως ότι είναι ψυχροί, άπληστοι για ισχύ και εξουσία και κυριευμένοι εμμονικά από το φάντασμα του Χίτλερ. Έτσι, σύμφωνα με την ανάλυση των Bickes et al., ο Χίτλερ καθίσταται συλλογικό σύμβολο και βασική φιγούρα στο Λόγο των ελληνικών εφημερίδων σχετικά με τη Γερμανία τους πρώτους μήνες της οικονομικής κρίσης, μια φιγούρα που έρχεται από το παρελθόν και επηρεάζει το παρόν.
Οι μεταφορές ως απλοποίηση της γερμανικής πολιτικής
Η μεταφορά ως γλωσσικό μέσο στοχεύει στη σύνδεση συγκεκριμένων φορέων με θεματικά πεδία και χαρακτηριστικά, τα οποία παρουσιάζονται με απλότητα, σαφήνεια και χωρίς την πολυπλοκότητα από την οποία κανονικά διέπονται. Έτσι, επιτυγχάνεται η σύνδεση ετερόκλητων στοιχείων και η αναπαραγόμενη ιδεολογία παρουσιάζεται ως αποδεκτή από όλους. Σύμφωνα με τη θεωρία της Γνωσιακής Γλωσσολογίας (Lakoff/Johnson, 1980), η μεταφορά δεν είναι ένα αμιγώς γλωσσικό φαινόμενο, αλλά μια νοητική παράσταση που εκφράζεται στο γλωσσικό επίπεδο. Υπό αυτή την έννοια, οι μεταφορικές εκφράσεις δεν αναλύονται μεμονωμένα αλλά ως γλωσσικές υλοποιήσεις των νοητικών μεταφορών. Οι νοητικές αυτές παραστάσεις συνίστανται στη σύνδεση ανάμεσα σε δύο εντελώς διαφορετικούς τομείς. Αφενός υπάρχει το γνωστό και απλό (τομέας-πηγή) και αφετέρου το άγνωστο και πολύπλοκο (τομέας-στόχος), το οποίο καθίσταται πιο προσιτό μέσω της συσχέτισής του με το πρώτο. Οι τομείς-στόχοι οι οποίοι παρουσιάζονται μέσω των μεταφορών ως λιγότερο περίπλοκοι είναι αυτοί του γερμανικού κράτους και της γερμανικής πολιτικής. Οι δύο αυτές βασικές όψεις της αναπαράστασης της Γερμανίας στον Λόγο των ελληνικών εφημερίδων συνδέονται με κοινές και πασίγνωστες έννοιες (τομείς-πηγές), όπως η βιομηχανία, η αυτοκρατορία και η οικογένεια, ώστε να γίνουν περισσότερο κατανοητές από τον αναγνώστη και να προωθηθεί έτσι πειστικά η επιθυμητή ιδεολογία. Είναι, μάλιστα, αξιοπρόσεκτο ότι οι ίδιες αυτές έννοιες ερμηνεύονται αρνητικά στο διάστημα 2010–2013, παρόλο που πριν την έναρξη της κρίσης ερμηνεύονταν θετικά.
Μία μεταφορά στον τομέα της βιομηχανίας, η οποία εμφανιζόταν τόσο πριν όσο και μετά το 2010 και συνεπώς μπορεί να μας διαφωτίσει για τη διαφοροποίηση στη στάση των ελληνικών εφημερίδων απέναντι στη Γερμανία πριν και μετά την κρίση, είναι ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΗΧΑΝΗ. Με αυτή την έννοια, η Γερμανία παρουσιάζεται ως κινητήρας: «Η Γερμανία […] ήταν ανέκαθεν ο κινητήρας της ευρωπαϊκής ενοποίησης.»14Τα Νέα, 10.04.2010.
Η μεταφορά αυτή είναι εξαιρετικά παραγωγική μέσω του λεξήματος ατμομηχανή, το οποίο εμφανίζεται 204 φορές σε όλο το σώμα κειμένων και του οποίου οι πρώτες πέντε συχνότερες συνάψεις [collocations] είναι οι ακόλουθες:
Τα παραπάνω δεδομένα σχετικά με τα λεξήματα που εμφανίζονται δεξιά και αριστερά από το λέξημα ατμομηχανή εξηγούν τη λειτουργία της μεταφοράς μέσω της οποίας η Γερμανία συσχετίζεται με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωπαϊκή οικονομία, ενώ οι συνάψεις λεγόμενος και επονομαζόμενος αφορούν τη μεταφορική έννοια της λέξης. Η σύνδεση των δύο αυτών εννοιών τονίζει την ισχύ της Γερμανίας στην Ευρώπη, ένα θεματικό πεδίο το οποίο κυριαρχεί τόσο πριν όσο και μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης, όπως προαναφέρθηκε. Είναι, όμως, ενδιαφέρον να προσέξουμε πώς η θεματική αυτή μετασχηματίζεται με την έναρξη της κρίσης στην Ελλάδα. Ενώ πριν το 2010 η γερμανική ισχύς ερμηνευόταν από τον ελληνικό τύπο θετικά («Αντικειμενικές συνθήκες και εξελίξεις κυριολεκτικά σπρώχνουν τη γερμανική ηγεσία να παίξει έναν ηγετικό αλλά και συγχρόνως χειραφετικό προοδευτικό ρόλο όχι μόνο στην Ευρώπη μα και σε παγκόσμιο επίπεδο»15Το Βήμα, 11.05.2003.), μετά το 2010 η αξιολόγησή της είναι αρνητική: «Η ratio essendi της νέας μεταρρύθμισης είναι σκληρά γερμανική. Και μετατρέπει το ευρωπαϊκό μοντέλο πολιτικής οικονομίας στο πιο συντηρητικό του πλανήτη.»16Το Βήμα, 05.02.2012.
Ενώ στο διάστημα 2001–2009 εμφανίζεται μόνο η προαναφερθείσα μεταφορική έννοια, η προσήλωση των ελληνικών εφημερίδων στην αρνητική παρουσίαση της Γερμανίας από το 2010 και μετά έχει ως αποτέλεσμα μεγάλη παραγωγικότητα στις μεταφορές το χρονικό διάστημα 2010–2013. Στον τομέα της βιομηχανίας, χρησιμοποιείται επίσης η μεταφορά ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΟ, μέσω της οποίας η Γερμανία παρομοιάζεται με μία λαβίδα: «Η γερμανική λαβίδα λοιπόν είναι ισχυρή».17Το Βήμα, 05.12.2010.
Η μεταφορική αυτή έκφραση τονίζει όχι μόνο τη δύναμη αλλά και την πίεση της Γερμανίας, η οποία υποχρεώνει την Ελλάδα σε μια συγκεκριμένη οικονομική πολιτική για τη διαχείριση της κρίσης. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι μεταφορικές έννοιες που αναλύθηκαν και τονίζουν τη γερμανική ισχύ έχουν να κάνουν με τον τομέα της βιομηχανίας, ο οποίος ανήκει στα επιτεύγματα της Γερμανίας. Έτσι, χρησιμοποιείται ένα θετικό θεματικό πεδίο για να αποδοθούν στη χώρα αρνητικά χαρακτηριστικά, όπως η ηγεμονική τάση και η επιβολή των δικών της όρων. Αυτό που αρχικά φαίνεται ως παράδοξο εξηγείται όμως, αφού στόχος των μεταφορών αυτών από την έναρξη της κρίσης στην Ελλάδα και την εμπλοκή της Γερμανίας σε αυτήν είναι η αρνητική παρουσίαση της τελευταίας, μια αρνητική παρουσίαση η οποία καταλαμβάνει κάθε τομέα δράσης, ακόμα και αυτόν της βιομηχανίας που πρότινος αξιολογούνταν ως θετικός. Έτσι, γίνεται ακόμα πιο διακριτή η προσπάθεια του αρθρογράφου να κατακρίνει τη Γερμανία και να την τοποθετήσει στην ομάδα «των άλλων» που βρίσκεται απέναντι από την ομάδα του «εμείς».
Μία ακόμα συχνή μεταφορά από το 2010 και έπειτα είναι ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ («Καλώς ήλθατε στο 4ο Ράιχ»). Η μεταφορά αυτή συνδέει ρητά τη Γερμανία με τη ναζιστική περίοδο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, δηλαδή τον εθνικισμό και τις ηγεμονικές φιλοδοξίες, όπως αναλύθηκε σχετικά στο προηγούμενο κεφάλαιο. Έτσι, απλοποιεί τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις σε ηγετικό επίπεδο και κατασκευάζει αποτελεσματικά την ομάδα «των άλλων», στην οποία ανήκει η Γερμανία και η οποία καταδυναστεύει την Ελλάδα μέσω των μέτρων λιτότητας.
Ενδιαφέρουσες είναι και άλλες μεταφορές που απλοποιούν τη γερμανική οικονομική πολιτική και τα μέτρα λιτότητας, δηλαδή Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΧΕΙ ΜΑΤΙΑ («η Γερμανία απαντά ως μύωψ ηγεμών»18Καθημερινή, 13.02.2011.) και Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΤΑΓΗ («η εγκληματική γερμανική “συνταγή” λιτότητας»19Το Βήμα, 14.04.2013.). Η πρώτη μεταφορική έκφραση θέλει να τονίσει την αναποτελεσματικότητα και την κοντόφθαλμη λογική της γερμανικής οικονομικής πολιτικής και για αυτό τον λόγο ο συντάκτης κάνει αναφορά σε ένα χαρακτηριστικό, δηλαδή τη μυωπία, το οποίο είναι φυσικά ανθρώπινο. Έτσι, η μεταφορά λειτουργεί ως προσωποποίηση, η οποία δίνει προσωπικό τόνο στην πολιτική και κατηγοριοποιεί όλους τους φορείς που ανήκουν στη Γερμανία κάτω από τη λέξη ηγεμών, ώστε να παρουσιαστούν συλλήβδην αρνητικά. Η δεύτερη μεταφορά είναι πολύ συχνή, αφού στο διάστημα 2010–2013 εμφανίζεται στο σώμα κειμένων 153 φορές. Μάλιστα, οι συνάψεις δεξιά και αριστερά του λεξήματος συνταγή είναι οι εξής:
Οι συνάψεις αυτές δείχνουν πόσο στενά συνδέει ο ελληνικός τύπος την οικονομική πολιτική και τα μέτρα λιτότητας στην Ελλάδα με τη Γερμανία και το αρνητικό χαρακτηριστικό της αναποτελεσματικότητας μέσω μιας απλής και εξαιρετικά κοινής έννοιας, όπως είναι η συνταγή. Η σύνδεση με τη Γερμανία καθίσταται σαφής μέσω του επιθέτου γερμανικός και της μετωνυμίας Βερολίνο, ενώ το χαρακτηριστικό της αναποτελεσματικότητας εκφράζεται με τις συνάψεις λανθασμένος, καταδικασμένος και αποτυγχάνω. Ο συσχετισμός της μεταφορικής λέξης συνταγή με την οικονομική πολιτική λιτότητας γίνεται μέσω των συνάψεων λιτότητα και οικονομικός. Η έννοια της συνταγής στοχεύει στη γενίκευση και την απλοποίηση της γερμανικής οικονομικής πολιτικής, η οποία παρουσιάζεται ως κάτι εύληπτο και ενιαίο. Με αυτόν τον τρόπο, ορισμένα αρνητικά χαρακτηριστικά κάποιων πολιτικών κινήσεων αποδίδονται σε ολόκληρο το πλέγμα της πολιτικής, η οποία κανονικά αποτελείται από πολλές αποφάσεις και πολλές συχνά αντικρουόμενες απόψεις με διάφορες παραμέτρους και υπό διαφορετικές συνθήκες. Έτσι, κατασκευάζεται πειστικά το αφήγημα της αρνητικής γερμανικής πολιτικής, το οποίο αποδίδεται περαιτέρω σε ολόκληρη τη χώρα.
Η μεταφορά που συνδέει την πολιτική με τη συνταγή και τη μαγειρική ανήκει σε έναν ευρύτερο τομέα, αυτόν της οικογένειας. Η μεταφορά ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ/ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΟ/ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ έχει διάφορες πλευρές, όπως οι προαναφερθείσες, αλλά και άλλες, όπως ότι η ηγέτιδα είναι μια μητέρα «η κ. Μέρκελ […] να δρα ως αυστηρή μαμά»,20Καθημερινή, 17.06.2012. ή μια νοικοκυρά «Η κυρία Μέρκελ, ως τυπική Γερμανίδα νοικοκυρά».21Το Βήμα, 27.11.2011.
Με αυτή την απλή θεματική, η οποία εκκινεί σίγουρα από την αφετηρία ότι η καγκελάριος της Γερμανίας είναι γυναίκα, απλοποιείται το πολύπλοκο πεδίο δράσης ενός ηγέτη και παρομοιάζεται με κάτι πολύ γνωστό και κατανοητό σε όλους. Έτσι, η απόδοση αρνητικών χαρακτηριστικών, όπως η αυστηρή πειθαρχία, η εκμετάλλευση της δύναμης και η αυστηρότητα, γίνεται σε ολόκληρη τη Γερμανία και δρα με πειστικό τρόπο. Παράλληλα, η καγκελάριος της Γερμανίας παρουσιάζεται αρνητικά και με μια άλλη οπτική. Αν η ηγέτιδα της ισχυρότερης χώρας στην Ευρώπη διαχειρίζεται μια τόσο πολύπλοκη κατάσταση, όπως η οικονομική κρίση, με τέτοια αφέλεια και απλοϊκότητα, τότε αυτή η συμπεριφορά πρέπει να τύχει αντικείμενο κριτικής. Η στρατηγική του αρθρογράφου είναι κυκλική, αφού αρχικά μόνος του κατασκευάζει τη σύνδεση της πολιτικής με την απλοϊκότητα του νοικοκυριού και έπειτα αποδοκιμάζει έμμεσα τη γερμανική διαχείριση για αυτή την απλοϊκότητα.
Τέλος, στην εφημερίδα Τα Νέα μια χαρακτηριστική μεταφορά είναι Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΣΠΟΡ: «Η καγκελάριος είναι… πιασμένος διαιτητής: Δεν θέλει μικρές Γερμανίες αλλά νέες Βουλγαρίες».22Τα Νέα, 05.02.2011.
Έτσι, η πολιτική παρουσιάζεται σαν ένα ανταγωνιστικό άθλημα, στο οποίο η Γερμανία έχει τη θέση του αντιπάλου. Τα χαρακτηριστικά του εθνικισμού, της εκμετάλλευσης και της αυστηρότητας τονίζονται ιδιαίτερα, αφού η Γερμανία κατηγορείται ως μεροληπτική και με εμφανές ενδιαφέρον μόνο για το δικό της συμφέρον, σε αντίθεση με την ουδέτερη στάση που θα έπρεπε να έχει ένας διαιτητής. Πρόκειται για μία ακόμα μεταφορά, στην οποία εμφανίζεται το παράδοξο να συσχετίζεται ένα θετικό θεματικό πεδίο, όπως το ποδόσφαιρο, στο οποίο η Γερμανία διαπρέπει, με συγκεκριμένες αρνητικές υποδηλώσεις.
Συμπερασματικά, οι μεταφορές στο Λόγο των ελληνικών εφημερίδων για τη Γερμανία στοχεύουν όχι μόνο στη ζωντάνια και την παραστατικότητα της γλώσσας, όπως όλες οι μεταφορές, αλλά και στην απλοποίηση και τη γενίκευση πολύπλοκων εννοιών, όπως η πολιτική, η οικονομία και η κρατική οργάνωση. Με αυτόν τον τρόπο, συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, κατά βάση αρνητικά από το 2010 και μετά, αποδίδονται με ευκολία στους γερμανικούς φορείς, γίνονται κατανοητά από τον αναγνώστη και γενικεύονται, χωρίς να αφήνεται χώρος για αποκλίσεις και εξαιρέσεις.
Ο Helmut Schmidt και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση
Παρά τα όσα επισημάνθηκαν παραπάνω η αρνητική εικόνα της Γερμανίας δεν είναι ενιαία και παρατηρείται διάσπαση στην κατηγοριοποίησή της ως ανήκουσα στην αντίθετη ομάδα της Ελλάδας. Παρόλο που γενικά η Γερμανία μετά την έναρξη της ελληνικής κρίσης θεωρείται ότι δεν ανήκει στην ομάδα του «εμείς» αλλά «των άλλων», αυτό δεν ισχύει για όλους τους γερμανικούς φορείς. Και οι τρεις ελληνικές εφημερίδες αναφέρονται συχνά και θετικά στον πρώην καγκελάριο Helmut Schmidt, ο οποίος εκφράζει το ευρωπαϊκό όραμα και αντιτίθεται στη γερμανική κυβέρνηση:
Υπάρχουν δύο Γερμανίες και δύο συνταγές για τη διάσωση της Ελλάδας. Η πρώτη είναι γνωστή σε όλους μας. Την εκφράζουν η Άνγκελα Μέρκελ και οι συνοδοιπόροι της στον κυβερνητικό συνασπισμό και στο τραπεζικό σύστημα. […] Ευτυχώς υπάρχει και η άλλη Γερμανία, η οποία εκφράζεται από τους ομοϊδεάτες του Χέλμουτ Σμιτ που πιστεύουν βαθιά στην ευρωπαϊκή ιδέα.23Τα Νέα, 11.02.2012.
Αυτή η τάση της αναφοράς στον Schmidt ως συμμάχου της Ελλάδας που βρίσκεται στην ίδια πλευρά με αυτή, είναι υπέρμαχος της ευρωπαϊκής ιδέας, παρουσιάζεται θετικά και γεμίζει ολόκληρα άρθρα με τις απόψεις του, για να στηρίξει τη γνώμη του αρθρογράφου για τον αρνητικό ρόλο της Γερμανίας, είναι θεαματική: Πριν την κρίση, στο διάστημα 2001–2009, το όνομα του πρώην καγκελάριου εμφανιζόταν 32 φορές, ενώ στο διάστημα 2010–2013 116 φορές. Είναι, επιπλέον, αξιοσημείωτο ότι οι δηλώσεις του Schmidt παρατίθενται στο άρθρο με ευθύ λόγο μέσα σε εισαγωγικά:
Ο 91χρονος πλέον πρώην καγκελάριος της χώρας, Χέλμουτ Σμιτ, δεν έκρυψε τον προβληματισμό του για την εξέλιξη αυτή. Όπως μου είπε, “η γερμανική πολιτική ηγεσία δεν αντιλαμβάνεται ότι η χώρα πρέπει να προσδέσει τη μοίρα της σε μια ευρύτερη οντότητα, την Ε.Ε.”24Καθημερινή, 09.05.2010.
Αντίθετα, οι δηλώσεις της Μέρκελ, του Σόιμπλε και άλλων πολιτικών του κυβερνώντος κόμματος CDU, εισάγονται στο άρθρο με πλάγιο λόγο: «Η πρόσφατη παρατήρηση της κυρίας Άγκελα Μέρκελ ότι οι χώρες στον Ευρωπαϊκό Νότο πρέπει να μειώσουν τις διακοπές τους προκειμένου να γίνουν πιο παραγωγικές […]».25Καθημερινή, 29.05.2011.
Αυτή η γλωσσική επιλογή έχει να κάνει με την πρόθεση του αρθρογράφου να παρουσιάσει τη συμφέρουσα δήλωση αναλλοίωτη για να μοιάζει απόλυτα αξιόπιστη και να στηρίζει τη δική του άποψη, ενώ την αντίθετη άποψη να την παρουσιάσει από τη δική του οπτική μέσω του πλάγιου λόγου. Η τάση αυτή της χρήσης του ευθέος λόγου γενικά για τις δηλώσεις των γερμανών πολιτικών που κατηγοριοποιούνται στην ομάδα του «εμείς» και του πλάγιου λόγου για τις δηλώσεις των γερμανών πολιτικών που κατηγοριοποιούνται στην ομάδα «των άλλων» παρατηρείται σε όλα τα άρθρα γνώμης του σώματος κείμενων με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Συμπεράσματα
Συμπερασματικά, η κρίση υπήρξε καθοριστική για την εικόνα της Γερμανίας στον ελληνικό τύπο. Το πλέον αξιοπρόσεκτο σε αυτή την αλλαγή είναι η διαδικασία της ερμηνείας, η οποία χρησιμοποίησε τα ίδια στερεότυπα, όπως τη γερμανική ισχύ και την πειθαρχία, και στα δύο χρονικά διαστήματα, μόνο που σε κάθε περίοδο τους απέδωσε τελείως διαφορετική αξία: πριν την κρίση θετική και μετά την κρίση αρνητική. Η σημασία της στροφής αυτής για τις ελληνογερμανικές σχέσεις είναι τεράστια, αν κανείς αναλογιστεί τη δύναμη των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην αναπαραγωγή ιδεολογιών και τις επιπτώσεις τους στη γνώση, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά του ατόμου που δρα μέσα στο κοινωνικό σύνολο (βλ. ενδεικτικά Schweiger, 2013). Οι επιπτώσεις της αρνητικής εικόνας της Γερμανίας στις ελληνικές εφημερίδες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης έγιναν φανερές στη διαμόρφωση μιας αντιγερμανικής κουλτούρας σε μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού και στη χειροτέρευση της επικοινωνίας και της συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες. Υπό αυτή την έννοια, διαπιστώνεται η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο Λόγο και τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που τον περιβάλλουν.
Η αρνητική εικόνα της Γερμανίας στον ελληνικό τύπο από το 2010 και μετά οδήγησε στο αρνητικό κλίμα εναντίον της, ενώ παράλληλα αυτό το αντιγερμανικό κλίμα έπαιξε σαφώς ρόλο στην επιλογή από τις εφημερίδες της παρουσίασης της Γερμανίας με τον συγκεκριμένο τρόπο. Αυτός ο φαύλος κύκλος είναι μέρος μόνο της συνολικής διαχείρισης της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Η διατάραξη των ελληνογερμανικών σχέσεων, τουλάχιστον στο επίπεδο του διαλόγου ανάμεσα στα ΜΜΕ των δύο χωρών, αλλά σαφώς και σε πολιτικό επίπεδο, είναι η αντανάκλαση των ευρύτερων ζυμώσεων που έγιναν στην ελληνική κοινωνία, πολιτική και οικονομία για τον επαναπροσδιορισμό της θέσης της στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι στη δεκαετία 2010–2020.