Ο Γκέοργκ Άντον Άντολφ Έλλισεν (Georg Anton Adolf Ellissen, 1815–1872) ήταν γερμανός φιλόλογος, βιβλιοθηκάριος και φιλελεύθερος πολιτικός με ιδιαίτερα επιτεύγματα στην μετάφραση και την έκδοση βυζαντινής και νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Ήδη κατά τη διάρκεια των φιλολογικών σπουδών του στα πανεπιστήμια του Γκέτινγκεν και του Βερολίνου (1832–1836) ο Έλλισεν ανέπτυξε έντονο ενδιαφέρον για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία διάφορων ευρωπαϊκών και μη λαών, δείχνοντας αρχικά ιδιαίτερα ενθουσιασμένος με την κινεζική. Η στροφή του στον πολιτισμό και τη γλώσσα της νεότερης Ελλάδας, η οποία άσκησε στη συνέχεια μεγάλη επιρροή, ήταν αποτέλεσμα ενός ταξιδιού του ανά την Ευρώπη, κατά τη διάρκεια του οποίου παρέμεινε για αρκετούς μήνες στην Αθήνα την περίοδο 1837/38. Εδώ ήρθε σε επαφή με την βαυαρική αυλή, καθώς και με τους γερμανοελληνικούς πολιτικούς και λόγιους κύκλους της πόλης. Στο πλαίσιο αυτό γνώρισε μεταξύ των άλλων τον Κρίστιαν Άουγκουστ Μπράντις (Christian August Brandis) και τον Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή. Τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις τις συγκέντρωσε στον Κύκλο Σονέτων, που κυκλοφόρησε ως το πρώτο γερμανόφωνο βιβλίο στην Αθήνα το 1838.
Επιστρέφοντας στη Γερμανία, ο Έλλισεν μετέφρασε ανάμεσα σε άλλα το Πνεύμα των Νόμων του Μοντεσκιέ και εξέδωσε τις Ανθολογίες Άνθη του Τσαγιού και του Ασφόδελου: Κινεζικά και Νεοελληνικά Ποιήματα (Thee- und Asphodelosblüten: Chinesische und neugriechische Gedichte), 1840, όπως και την Απόπειρα για τη Δημιουργία ενός Πολυγλωσσικού Οδηγού της Ευρωπαϊκής Ποίησης με έναν Χάρτη Λαών και Γλωσσών (Versuch einer Polyglotte der europäischen Poesie mit einer Völker- und Sprachenkarte Europas ), 1846. Όπως αναφέρει ο ίδιος στον πρόλογο της δεύτερης συλλογής, επρόκειτο για μια συγκριτική πολιτιστική-ιστορική απόπειρα «να αναπαρασταθεί η διανοητική και ιδιαίτερα η πολιτική πορεία εξέλιξης των λαών σ’ αυτό το μέρος του κόσμου μέσα από μια επιλογή χαρακτηριστικών ποιητικών δοκιμών από τις απαρχές της ιστορίας μέχρι σήμερα…» (Ellissen 1846, σελ. ΙΙΙ). Θέτοντας το κέντρο βάρους στο πεδίο της μεσαιωνικής και νεοελληνικής λογοτεχνίας, το Polyglotte προϊδεάζει ήδη για την έκδοση του βασικού έργου του Έλλισεν, τα Ανάλεκτα της μεσαιωνικής και νεοελληνικής λογοτεχνίας (Analekten der mittel- und neugriechischen Literatur), που κυκλοφορεί μεταξύ 1855 και 1862 σε πέντε τόμους από τον οίκο Wigand της Λειψίας. Με το εκδοτικό αυτό έργο, στο οποίο περιλαμβάνονται τόσο μεταφράσεις δημωδών ελληνικών κειμένων του Μεσαίωνα όσο και του ιστορικού μυθιστορήματος Ο Αυθέντης του Μορέως (Der Fürst von Morea, 1850) του Α. Ρ. Ραγκαβή, ο Έλλισεν συγκαταλέγεται στους πρώτους που αναλαμβάνουν την ανάδειξη αυτής της εποχής για τον ελληνικό πολιτισμό και την ιστορία της λογοτεχνίας. Δίπλα στην εκδοτική αυτή σειρά υπήρξαν και άλλες μεταφράσεις, τα χειρόγραφα των οποίων βρίσκονται στα κατάλοιπα του Έλλισεν, όπως το ιστορικό δράμα Κωνσταντίνος Παλαιολόγος του Ιωάννη Ζαμπέλιου ή αποσπάσματα από το Βυζαντιναί Μελέται του υιού του, Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου, τον οποίο ο Έλλισεν γνώρισε προσωπικά κατά τη διάρκεια του δεύτερου ταξιδιού του στην Αθήνα, το 1860.
Στο ταξίδι αυτό, ο Έλλισεν, που με τις έρευνές του είχε εξελιχθεί στο μεταξύ σ’ έναν από τους σημαντικότερους πολέμιους του «εχθρού των Ελλήνων» Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράγιερ, γνώρισε πολλαπλές τιμές: από την απονομή του Μεταλλίου των Επιστημών και των Τεχνών, μέχρι την ένταξή του στην Αρχαιολογική Εταιρεία και την αναγόρευσή του σε Ιππότη του Τάγματος του Σωτήρος.
Μετά τον θάνατό του, η μεταφραστική του δραστηριότητα από τα νεοελληνικά συνεχίστηκε από τον νεώτερο γιo του, τον συγγραφέα Όττο Άντολφ Έλλισεν (Otto Adolf Ellissen).
Μετάφραση από τα γερμανικά: Αντώνης Οικονόμου