Ο Λούντβιχ Ρίτερ φον Τσεφάροβιτς (Ludwig Ritter von Zepharovich, 1858–1912) ήταν αυστριακός νομικός, διπλωμάτης και μεταφραστής.
Ο Τσεφάροβιτς καταγόταν από μια ελληνοσλαβική οικογένεια εμπόρων, η οποία είχε φτάσει στη Βιέννη από τη Θεσσαλονίκη κατά τον 18ο αιώνα, και το 1782 έλαβε τίτλο ευγενείας. Ο ίδιος διετέλεσε μεταξύ άλλων πρόξενος της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη (1901–1906) και στην Ιερουσαλήμ (1906–1911).
Σύμφωνα με αναφορές της εποχής από τα Υπουργεία Δικαιοσύνης και Εξωτερικών (Βιέννη, 27 Σεπτ. 1900, βλ. Deutsch, 2017, 709) της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, ο Τσεφάροβιτς διέθετε «σπάνιο ταλέντο γλωσσομάθειας» και «μιλούσε άπταιστα τη γαλλική, αγγλική και νεοελληνική γλώσσα, μα και την ιταλική τουλάχιστον ως προς τον γραπτό λόγο», και επίσης κατείχε «επαρκείς γνώσεις και αρκετών άλλων γλωσσών, κυρίως της ισπανικής και της σερβοκροατικής»· επίσης ήταν σε θέση να «μπορεί εύκολα να κατακτήσει ξένες γλώσσες». Ως απόδειξη των πολύπλευρων γλωσσικών και μεταφραστικών του ικανοτήτων αναφέρεται πως «ο Ρίτερ φον Τσεφάροβιτς μετέφρασε και εξέδωσε νεοελληνικά ποιήματα σε στίχους από το πρωτότυπο». Σώζεται πάντως η μετάφρασή του της τραγωδίας Φαύστα (1893) του Δημήτριου Βερναρδάκη, η οποία δημοσιεύθηκε στη Λειψία, στον οίκο Friedrich, το 1896.
Μετάφραση από τα γερμανικά: Αντώνης Οικονόμου