To Online-Compendium (ComDeG)

αποτελεί ένα πολύπλευρο, ψηφιακό έργο αναφοράς, με ελεύθερη πρόσβαση, στόχος του οποίου είναι η ανάδειξη της ιστορίας των πολιτισμικών και επιστημονικών διασταυρώσεων στις γερμανόφωνες και ελληνόφωνες περιοχές από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα. Μέσα από μια καινούρια οπτική η διμερής ιστορία γίνεται αντιληπτή ως ανέκαθεν διασταυρωμένη με διεθνικές διαδράσεις, ερμηνείες και μεταφράσεις.
Στο επίκεντρο του ComDeG βρίσκονται τα Δοκίμια, τα Άρθρα και οι Φακέλοι της Επιτομής των ελληνογερμανικών διασταυρώσεων, το περιεχόμενο της οποίας προκύπτει από τη συνεργασία του Κέντρου Νέου Ελληνισμού στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βερολίνου (CeMoG) με το Εργαστήριο Μελέτης Ελληνογερμανικών Σχέσεων (ΕΜΕΣ) στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Το ComDeG συμπληρώνουν η Βάση Πληροφόρησης με δεδομένα για πρόσωπα, θεσμούς, αντικείμενα, συμβάντατόπους δράσηςζώνες επαφής και πρακτικές διαμεσολάβησης των ελληνογερμανικών διασταυρώσεων καθώς και οι συνδεδεμένες Βιβλιογραφικές Συλλογές.
Το ComDeG απευθύνεται σε ερευνητές και ερευνήτριες, φοιτητές και φοιτήτριες καθώς και στο ευρύτερο κοινό ως εργαλείο που τεκμηριώνει τον πολύπλευρο χαρακτήρα των ελληνογερμανικών σχέσεων και υποστηρίζει την έρευνα γύρω από την ιστορία τους. Συνέχεια…

Αναζήτηση στην Επιτομή

H μουσική ζωή της Αθήνας στην Αυλή του βασιλιά Όθωνα Α΄ της Ελλάδας (1834-1862)

H βαυαρική κυριαρχία, γνωστή ως Βαυαροκρατία, είχε μεγάλη επιρροή στην Ελλάδα, όχι μόνο από την άποψη της εκπαιδευτικής πολιτικής. Για την ανάπτυξη και τη διαμόρφωση της αυλικής μουσικής ζωής, ο βασιλιάς Όθωνας δεν μπορούσε να βασιστεί σε συνέχειες όπως, για παράδειγμα, ένα δίκτυο αριστοκρατών ή μια υπάρχουσα αστική πολιτιστική ζωή, γεγονός που δυσκόλεψε τη δημιουργία βασικών δομών. Η συνεπαγόμενη αναδίπλωση σε ένα οικείο έδαφος, καθιστά την επιρροή της Δυτικής Ευρώπης και της Γερμανίας ιδιαίτερα αισθητή. Με μερικές εξαιρέσεις, όπου η εθιμοτυπία καθιστούσε αποδεκτές κάποιες ελληνικές παραδόσεις, η αυλική ζωή που δημιουργήθηκε ήταν δυτικού τύπου. Σε γενικές γραμμές, είναι δύσκολο να διαχωριστεί η «γερμανική μουσική» του αυλικού περιβάλλοντος από τη μουσική της Δυτικής Ευρώπης, η οποία βρισκόταν στο προσκήνιο σε όλες τις ιδιαίτερες περιστάσεις. Η στρατιωτική μουσική βρισκόταν σχεδόν εξ ολοκλήρου σε γερμανικά χέρια και το μεγαλύτερο μέρος της αυλικής μουσικής κουλτούρας καταλαμβανόταν από δυτικούς χορούς και την εκτέλεση γερμανικών, γαλλικών ή ιταλικών μουσικών κομματιών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι διασταυρώσεις μεταξύ της δυτικοευρωπαϊκής και της ελληνικής μουσικής μπορούσαν να αναπτυχθούν μονάχα διστακτικά. Η καλλιέργεια της γερμανικής παραδοσιακής μουσικής καταλάμβανε έναν αρκετά μικρό χώρο εντός της Αυλής και εξυπηρετούσε σχεδόν αποκλειστικά την ιδιωτική ψυχαγωγία των μελών του ανακτόρου. Η επιρροή της Αυλής στις ακροαματικές συνήθειες των Ελλήνων είναι επίσης αδιαμφισβήτητη. Πολλοί ήρθαν σε επαφή με τη δυτική μουσική για πρώτη φορά μέσω των δημόσιων συναυλιών της στρατιωτικής ορχήστρας ή των αυλικών χορών. Ένα κλασικό παράδειγμα πολιτισμικής μεταφοράς θα μπορούσε εδώ να είναι η αποδοχή των χορών σε ζεύγη. Η έντεχνη μουσική στην Ελλάδα προσανατολίζεται σήμερα έντονα στις ευρωπαϊκές μορφές και στα ευρωπαϊκά είδη. Για την Αθήνα τα πρώτα σημεία επαφής μεταξύ της ευρωπαϊκής μουσικής και της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής προέκυψαν κατά τη βασιλεία του Όθωνα, χωρίς όμως ακόμη να οδηγούν σε διασταυρώσεις στο επίπεδο της σύνθεσης. Το πανευρωπαϊκό φαινόμενο της εθνικής σχολής της μουσικής, σύμφωνα με το οποίο από τις αρχές του 19ου αιώνα ευρωπαϊκά είδη και μορφές μουσικής τέχνης συνδυάζονταν με μελωδίες και ρυθμούς της εκάστοτε εθνικής μουσικής παράδοσης, καθυστέρησε για πολύ καιρό να έρθει στην Ελλάδα. Οι διασταυρώσεις επί μουσικών κομματιών στην Αυλή του βασιλιά Όθωνα περιορίζονταν σε συνδυασμούς που αφορούσαν μεμονωμένα τμήματα ενός έργου (π.χ. συνδυασμός τεχνικής στοιχειοθεσίας δυτικού τύπου με ελληνικό κείμενο), οι οποίοι δεν οδήγησαν στην ανάδυση μιας νέας μουσικής ταυτότητας. Οι απαρχές της ελληνικής εθνικής σχολής μουσικής εντοπίζονται στο έτος 1888 με την πρώτη ελληνική όπερα του Σπυρίδωνα Ξύνδα, δηλαδή πολύ μετά τη βασιλεία του Όθωνα.

Μετάφραση από τα γερμανικά: Μιχάλης Γεωργίου

Ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης στο Βερολίνο και η μοντέρνα οπτική στην αρχαιότητα

Σε αυτήν τη μικρο-ιστορία παρουσιάζεται η διδακτορική διατριβή του Κωνσταντίνου Δοξιάδη (Βερολίνο, 1936) ως μια θεωρία η οποία έχει λιγότερο σχέση με το καθαυτό αντικείμενό της, που ήταν η αρχαία Ελλάδα και η πολεοδομία της, και περισσότερο με τη μοντέρνα μεσοπολεμική εποχή και τους τρόπους με τους οποίους αυτή αντιλαμβανόταν την αρχαιότητα. Αφού περιγράφονται συνοπτικά οι λόγοι για τους οποίους η διατριβή του Δοξιάδη δεν μπορεί να τεκμηριωθεί με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα της εποχής της, αναπτύσσεται ένα επιχείρημα πάνω στα κατεξοχήν νεωτερικά θεμέλια της θεωρίας αυτής. Πάνω σε αυτήν την κατεύθυνση λαμβάνονται υπόψη οι αισθητικές θεωρίες για την αρχιτεκτονική του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, καθώς και τα μοντέρνα τεχνικά και αισθητικά μορφότυπα (dispositives) όπως το πανόραμα, μια αρχετυπική δομή κέντρου-κύκλου, η οποία ταυτίζεται με το θεωρητικό-γεωμετρικό πρότυπο της διατριβής του Δοξιάδη.

Άρθρα στο επίκεντρο

Barbara Vierneisel-Schlörb Barbara Vierneisel-Schlörb (1931–2009), geborene Schlörb, war eine deutsche Archäologin und Übersetzerin neugriechischer Lyrik. Schlörb promovierte 1960 in Frankfurt am Main mit einer Ar
Emanuel Geibel Franz Emanuel August Geibel (1815–1882) war ein deutscher Lyriker und Übersetzer, dessen poetisches Frühwerk entscheidend durch einen Aufenthalt in der griechischen Hauptstadt Athen während d

Φάκελοι στο επίκεντρο

Die deutsch-griechischen Verflechtungen zur Zeit König Ottos

In keiner Phase der jüngeren und jüngsten Geschichte Griechenlands hat die Einführung staatlicher Institutionen zu einer vergleichbaren gesellschaftlichen und kulturellen Transformation beigetragen wie in den drei Jahrzehnten unter der Herrschaft von König Otto.

Die deutschen Philhellenismen

Das Dossier umfasst verschiedene Felder der deutsch-griechischen Verflechtungen, die bislang für gewöhnlich unter dem einheitlichen Begriff des deutschen Philhellenismus (bzw. des Mishellenismus) subsummiert wurden. Den ersten Angelpunkt der Konferenz bildet die Neubewertung der Rezeptionen von 1821 in den deutschsprachigen Ländern und die Mobilisierung, die sie in Verbindung mit den politischen Bewegungen nördlich der Alpen hervorriefen. In diesen Bewegungen waren freilich von vornherein eine politische und eine kulturelle Komponente miteinander verflochten, die politische Bewegung des Philhellenismus und die aus der einschlägigen Literatur bekannte „Tyrannei Griechenlands über Deutschland“. Selbstverständlich darf die Rolle der griechischen Gemeinden des deutschsprachigen Raumes in diesem Zusammenhang nicht vergessen werden. Den zweiten Angelpunkt bildet die Untersuchung der Transformationen, die diese politisch-kulturelle Verflechtung in den 200 Jahren nach dem Ausbruch der Griechischen Revolution erfuhr.