Η γερμανική συμβολή στον εμπλουτισμό των επιστημονικών οργάνων φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών: Αγορές και προσκτήσεις

Το κείμενο που ακολουθεί επιδιώκει να απαντήσει σε μια σειρά από ενδιαφέροντα ερωτήματα που συνδέονται με το ρόλο της Γερμανίας στην ανάπτυξη της πειραματικής έρευνας και διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών αλλά και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ποια χαρακτηριστικά είχε η πειραματική διαδικασία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από την ίδρυσή του μέχρι και το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο; Παρέμειναν στατικά ή μετεξελίχθηκαν με την πάροδο του χρόνου; Ποιες ήταν οι χώρες από τις οποίες γινόταν η προμήθεια των επιστημονικών οργάνων που ήταν αναγκαία για τα πειράματα; Ποια ήταν τα κριτήρια για την επιλογή τους; Ποια ήταν η σχέση των ελλήνων επιστημόνων με το γερμανόφωνο χώρο και πώς αυτή επηρέασε το προφίλ της διδασκαλίας και της ανάπτυξης των φυσικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο; Πώς η πολιτική συγκυρία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ευνόησε τον εμπλουτισμό των διαθέσιμων οργάνων στο Πανεπιστήμιο;

Περιεχόμενα

    Εισαγωγή

    Η διδασκαλία της Φυσικής στο «εν Αθήνησι» Πανεπιστήμιο, το οποίο ως γνωστόν δομήθηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των αντίστοιχων γερμανικών Πανεπιστημίων, ακολούθησε περιέργως έναν διαφορετικό δρόμο, τουλάχιστον όσον αφορά στην περίοδο από την ίδρυσή του μέχρι και τη στροφή προς τον 20ο αιώνα (Γαβρόγλου, Καραμανωλάκης, Μπάρκουλα, 2014). Τόσο ο Δημήτριος Στρούμπος όσο και ο Τιμολέων Αργυρόπουλος, δηλαδή οι δύο πρώτοι καθηγητές Φυσικής, σπούδασαν στη Γαλλία, και μάλιστα κοντά σε επιφανείς γάλλους φυσικούς της εποχής, αλλά και τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πειραματικό επίπεδο αντικαθρεφτίστηκαν σε δημοσιεύσεις σε γαλλόφωνα επιστημονικά περιοδικά της εποχής (Vlahakis, 2000, 89-106). Αντίστοιχα και το αντίστοιχο εργαστήριο, γνωστό με τον κοινό τότε όρο «Ταμείον Φυσικής» συναπαρτίστηκε από όργανα κυρίως προερχόμενα από γαλλικούς οίκους κατασκευής επιστημονικών οργάνων (Vlahakis, Lazos, Paparou & Tsitou, 2018, 183-187). Η οργάνωση του εργαστηρίου φυσικής προϋποθέτει βέβαια, ανάμεσα σε άλλα, την ύπαρξη κατάλληλου χώρου. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο πως το πρώτο εργαστήριο φυσικής στο οποίο οι φοιτητές πραγματοποιούσαν μετωπικά πειραματικές ασκήσεις οργανώθηκε μετά την εγκατάσταση του φυσικομαθηματικού τμήματος στο κτήριο του Χημείου (ή «Φυσικείου») στο νούμερο 104 της οδού Σόλωνος, πολύ κοντά στο κεντρικό κτήριο του Πανεπιστημίου.

    Η οικοδόμηση ενός κτηρίου αφιερωμένου στη θεωρητική και πειραματική διδασκαλία των φυσικών επιστημών των φοιτητών του Πανεπιστημίου, αλλά και στην έρευνα, ήταν πλέον επιτακτική, καθώς το εργαστήριο της χημείας ήταν εγκατεστημένο μέχρι τότε σε ένα ακατάλληλο κτήριο. Το διώροφο κτήριο θεμελιώθηκε το 1887 και ολοκληρώθηκε το 1890. Ο αρχιτέκτονας του κτηρίου ήταν o γνωστός Γερμανός Έρνστ Τσίλλερ [Ernst Ziller] (1837-1923), ο οποίος έχει αφήσει μια πλούσια παρακαταθήκη κτηρίων και μελετών σε όλη την Ελλάδα. Στην εκπόνηση των σχεδίων υπήρξε συνεργασία με τον Φρίντριχ Τσάστραου [Friedrich Zastrau], αρχιτέκτονα του Χημείου στο Βερολίνο, ενώ για τα τελικά σχέδια ζητήθηκε η γνώμη των γνωστών γερμανών χημικών της εποχής Ρούντολφ Φίτιγκ [Rudolph Fittig] και Άουγκουστ Βίλχελμ φον Χόφμαν [August Wilhelm von Hofmann] (Καραμήτσας, 1888, 59 και 210). Η αφυπηρέτηση του Αργυρόπουλου στις αρχές του 20ου αιώνα φαίνεται ότι έκρινε τελικά και την αδιόρατη αλλά πανταχού παρούσα διαμάχη για την επιστημονική πρωτοκαθεδρία της γαλλικής και της γερμανικής πλευράς και για το γνωστικό πεδίο της Φυσικής, καθώς όσον αφορά στη Χημεία η γερμανική υπεροχή δεν αμφισβητήθηκε ποτέ, μιας και τον πρώτο καθηγητή Χημείας, τον τελικά ουσιαστικά εξελληνισθέντα Βαυαρό Ξαβέριο Λάνδερερ διαδέχτηκε ο σημαντικός, όχι μόνο για τον ελληνικό χώρο, γερμανοσπουδαγμένος Αναστάσιος Χρηστομάνος (Vlahakis, 2006).

    Ο Γεώργιος Αθανασιάδης

    Η νέα εποχή για τη Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ανατέλλει με την ανάληψη της έδρας της Φυσικής από τον Δημήτριο Χόνδρο, διδακτορικό φοιτητή του Άρνολντ Σόμμερφελντ [Arnold Sommerfeld] (Vlahakis, 2013), και την ανάληψη λίγο αργότερα της δεύτερης έδρας από τον Γεώργιο Αθανασιάδη, ο οποίος θα είναι και το κύριο πρόσωπο της ιστόρησης που ακολουθεί. O Γεώργιος Αθανασιάδης αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση στην ιστορία της φυσικής στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με όλους τους καθηγητές Φυσικής, μέχρι και το τέλος του 20ου αιώνα, υπήρξε ο μόνος –και ίσως παραμένει ακόμα ο μόνος– που κατέλαβε την πανεπιστημιακή έδρα χωρίς να έχει μεταβεί στο εξωτερικό είτε για βασικές είτε για διδακτορικές σπουδές.

    Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1866, όταν η Αχαϊκή πρωτεύουσα αποτελούσε τη δυτική πύλη της μικρής ανεξάρτητης Ελλάδας, και ως εκ τούτου είχε μια αξιόλογη οικονομική αλλά και πολιτιστική δραστηριότητα. Το 1885 ξεκινά τις σπουδές του στο Φυσικό τμήμα του Πανεπιστημίου, το οποίο ακολουθώντας και τις αντίστοιχες γερμανικές παρακαταθήκες βρισκόταν ακόμα υπό τη σκέπη της Φιλοσοφικής Σχολής, ενώ μαζί με το Χημικό και το Μαθηματικό Τμήμα συγκρότησαν τη νέα Φυσικομαθηματική Σχολή μόλις το 1904 (Κανδύλης, 1976, 86-100). Αποφοιτά, όπως μαρτυρείται και στην Πρυτανική Λογοδοσία το 1899, με βαθμό «Άριστα», όντας ένας από τους 12 μόλις αποφοίτους εκείνης της χρονιάς. Ωστόσο, ένας φυσικός στην υπανάπτυκτη Ελλάδα του 19ου αιώνα, που ακόμα ακροβατούσε μεταξύ Ανατολής και Δύσης, όχι μόνο πολιτικά, αλλά και πολιτιστικά, έμοιαζε με την «αλεπού στο παζάρι». Θα έπρεπε να εξαντλήσει όλη την επινοητικότητα και την υπομονή του για να βρει μια επαγγελματική απασχόληση που θα ήταν συναφής με τις σπουδές του. Και τότε, όπως και τώρα, η μόνη προφανής διέξοδος ήταν η εκπαίδευση, αν και η Φυσική, τουλάχιστον στα σχολεία του εθνικού κράτους, ακόμα δεν είχε κερδίσει τη θέση ενός πρωτεύοντος μαθήματος. Έτσι, αρχικά «ξενιτεύεται» στη Φιλιππούπολη, μία πόλη που οι εθνικιστικοί διαχωρισμοί δεν είχαν αποκόψει ακόμα από την ελληνική της ταυτότητα, με σκοπό να διδάξει ως δημοδιδάσκαλος στο Ζαρίφειο Διδασκαλείο που είχε ιδρυθεί το 1874 και λειτούργησε μέχρι το 1906. Η σχετική πληροφορία επιβεβαιώνεται και από το γνωστό δημοσίευμα του Κ. Μ. Αποστολίδη: Τα ελληνικά εν Φιλιππουπόλει σχολεία επί Τουρκοκρατίας και του βουλγαρικού καθεστώτος μέχρι της καταλύσεως της ελλ. Κοινότητος (Αποστολίδης, 1929, 110).

    Έναν χρόνο αργότερα επιστρέφει στην Πάτρα ως αναπληρωτής καθηγητής Μαθηματικών στο Γυμνάσιο της πόλης. Από το 1893 έως το 1899 δίδαξε στο ίδιο Γυμνάσιο ως καθηγητής Φυσικών. Η αλλαγή του αιώνα φέρνει και μια σημαντική αλλαγή στη ζωή του Αθανασιάδη, καθώς αφήνει την Πάτρα για το Διδασκαλείο Αθηνών, ενώ την ίδια χρονιά γίνεται υφηγητής της πειραματικής φυσικής στο Πανεπιστήμιο και τρία χρόνια αργότερα επιμελητής, θέση την οποία διατηρεί μέχρι το 1910. Όπως προκύπτει από τη σχετική έκθεση για το εργαστήριο Φυσικής του 1903, ο Αθανασιάδης αμέσως μετά το διορισμό του, με τον πενιχρό ακόμα και για τα δεδομένα εκείνης της εποχής μισθό των 200 δραχμών, ανέλαβε την αναδιοργάνωση του εργαστηρίου και την υλοποίηση μιας σειράς πειραματικών ασκήσεων για τους φοιτητές του τμήματος, ενώ παράλληλα είχε αρχίσει η διεκδίκηση πιστώσεων για αγορά νέων «ακριβέστερων» οργάνων. Το 1910 πεθαίνει ο Τιμολέων Αργυρόπουλος και ο Αθανασιάδης αισθάνεται ότι έχει έρθει η στιγμή να δικαιωθεί για την ιώβεια υπομονή του. Αλλά φευ, η αυγή της ημέρας της εκλογής αποδεικνύει ότι οι προσδοκίες του δεν ήταν παρά όνειρα θερινής νυκτός. Τη θέση καταλαμβάνει, και μάλιστα μετά από επιστολή του ίδιου του Σόμμερφελντ προς τον Βενιζέλο για τη διασφάλιση της ευμενούς προς αυτόν έκβασης, ο εκ Μονάχου προερχόμενος Δημήτριος Χόνδρος.

    Η πικρία του Αθανασιάδη, δικαιολογημένη σε προσωπικό επίπεδο, τον οδηγεί σε μια αντιπαλότητα με τον Χόνδρο που θα διαρκέσει, πάντα καλυμμένη μέσα στο πλαίσιο της αστικής ευγένειας και των ακαδημαϊκών ηθών, όσο καιρό παραμένουν και οι δύο στο Πανεπιστήμιο. Η δυσαρέσκεια του Αθανασιάδη για την έκβαση της εκλογής, αλλά και η πίστη του ότι άξιζε να υπηρετήσει το Πανεπιστήμιο, στο οποίο ήδη είχε προσφέρει πολλά και από τη θέση του καθηγητή, τον οδήγησε στο να χρησιμοποιήσει την πολιτική επιρροή του πρώην μαθητή του και υπουργού στην κυβέρνηση Βενιζέλου, Ανδρέα Μιχαλακόπουλου, προκειμένου να ιδρυθεί και δεύτερη έδρα πειραματικής Φυσικής την οποία τελικά κατέλαβε το 19121Ο μικρός αριθμός πανεπιστημιακών θέσεων δημιούργησε μεγάλες εντάσεις μεταξύ των υποψηφίων. Ο Βασίλειος Αιγινήτης, αδελφός του Δημήτριου Αιγινήτη, μιας από τις πλέον πολυσχιδείς προσωπικότητες της εποχής γράφει στο έργο του Η εξέλιξις της Φυσικής εν Ελλάδι, Πρόσωπα και Πράγματα, Αθήναι (1911, σ. 68): «[…]και εκ τούτων συνάγομεν, ότι αν ο κ. Αθανασιάδης δεν είναι επιστήμων κατηρτισμένος ούτως, ώστε να μη δύναται να γίνη λόγος περί αυτού, προκειμένου περί έδρας Πανεπιστημιακής τακτικής ή εκτάκτου, αν παρουσιάζη σοβαράς ελλείψεις θεμειώδεις και στοιχειώδεις θεωρητικάς και πειραματικάς, όμως παρουσιαζει και τινα φωτεινά σημεία, δι’ α είναι άξιος πολλών επαίνων. Η επιμέλειά του προς την εργασίαν και η μη φειδώ ουδενός κόπου, όπως αφ’ ενός συγκρατήση όσα εξέμαθεν ως σπουδαστής και αφ’ ετέρου όπως συμπληρώση εαυτόν, όσον θα ήτο δυνατόν εις άνθρωπον αυτοδιδασκόμενον, είναι παράδειγμα άξιον μιμήσεως παρά πάντων των εκ του ημετέρου Πανεπιστημίου εξερχομένων».. Εν τω μεταξύ, στις 16 Αυγούστου 19112Εφημερίδα Σκριπ, 17 Αυγούστου 1911. Εφημερίδα Ακρόπολις, 17 Αυγούστου 1911.Έχει ενδιαφέρον για την ιστορική καταγραφή, αλλά και την ανάδειξη του ρόλου των πηγών, ότι πολλές από τις σχετικές πηγές αναφέρονται μέχρι σήμερα στην πυρκαγιά του 1910, ενώ όπως ήδη αναφέρθηκε η πυρκαγιά τελικά είχε εκδηλωθεί ένα χρόνο αργότερα, το 1911. είχε προηγηθεί η μεγάλη πυρκαγιά που είχε καταστρέψει εντελώς το αρχικά διώροφο κτίριο της οδού Σόλωνος προκαλώντας μεγάλες φθορές στον εργαστηριακό εξοπλισμό (Εικόνα 1). Η πυρκαγιά κυριάρχησε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής τόσο με ρεπορτάζ όσο και με σχετικές φωτογραφίες από την προσπάθεια για την κατάσβεσή της και τη διάσωση όσων περισσότερων οργάνων του εργαστηρίου ήταν δυνατόν. Δύο πυροσβέστες σκοτώθηκαν κατά την προσπάθεια κατάσβεσης και ένας ακόμα υπέκυψε αργότερα στα τραύματά του3Πρόκειται για τους Κωνσταντίνο Ζαΐμη, Παναγιώτη Καραγιαννίδη και Παναγιώτη Τσαβλή.. Η πυρκαγιά που είχε άγνωστη αιτία, κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού του εργαστηρίου φυσικής. Το εργαστήριο φυσικής «με την πενιχρή συλλογή οργάνων» που είχε διασωθεί, εγκαταστάθηκε προσωρινά στη Μαράσλειο Εμπορική Σχολή στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας (σημερινό Ιπποκράτειο Νοσοκομείο) μαζί με τα εργαστήρια της χημείας και βοτανικής. Πέρα από το γεγονός ότι τα όργανα ήταν σφαλισμένα, σίγουρα η προσπάθεια του Αθανασιάδη να στήσει ένα εργαστήριο επαρκές για τις πανεπιστημιακές ανάγκες ουσιαστικά ξεκινούσε από την αρχή.

    Να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με μια διάχυτη εντύπωση ότι ο Αθανασιάδης υπολειπόταν επιστημονικά του Χόνδρου, μια προσεκτική μελέτη των δημοσιευμάτων του θα μας πείσει για το αντίθετο. Μεταξύ αυτών συναντά κανείς και δημοσιεύσεις στο περίφημο γερμανικό περιοδικό Annalen der Physik όπου δημοσίευσε τη θεωρία της σχετικότητας ο Einstein το 1905, και στο οποίο καμιά εργασία «δεύτερης κατηγορίας» δεν γινόταν δεκτή. Μάλιστα οι δημοσιεύσεις του Αθανασιάδη πραγματοποιούνται κυρίως το 1907 και 1908 και έχουν ως αντικείμενο θέματα που αφορούν ηλεκτρικές μετρήσεις, πεδίο που ήταν και η κατ’ εξοχήν ειδίκευσή του (Athanasiadis, 1907, Athanasiadis, 1908.1, Athanasiadis, 1908.2, Athanasiadis, 1922). Για τον λόγο αυτόν, άλλωστε, είχε τοποθετηθεί από το κράτος ως μέλος σε μια σειρά από σχετικές επιτροπές, όπως η επιτροπή παραλαβής του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Αθηνών-Πειραιώς, η επιτροπή ελέγχου των ηλεκτρομετρητών των δημοσίων καταστημάτων, των εγκαταστάσεων του ηλεκτρικού φωτός, ενώ διετέλεσε και επιθεωρητής των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων της έλξεως. Υπήρξε ακόμα πρόεδρος του γεωφυσικού τμήματος της γεωδαιτικής επιτροπής του κράτους και το 1930 εξέδωσε το βιβλίο Το Εθνικόν Γραφείον Μέτρων και Σταθμών, στο οποίο αναφέρει την ύπαρξη προτύπου μέτρου αλλά και προτύπου χιλιογράμμου στα αρχεία της Γ.Ε.Κ. και ενός προβολέα, που είχε φροντίσει ο Αθανασιάδης να αποκτηθεί μέσω των Γερμανικών επανορθώσεων. Η πολιτική τοποθέτηση του Αθανασιάδη στην λεγόμενη «αντιβενιζελική παράταξη» του κόστισε την απομάκρυνσή του από το Πανεπιστήμιο από το 1918 έως και το 1920, μία περίοδο πραγματικής δυστυχίας γι’ αυτόν, καθώς έφτασε σε σημείο να μην έχει τα απαραίτητα για την κάλυψη των καθημερινών του αναγκών. Μια κατάσταση την οποία βίωσε εκ νέου μετά τη συνταξιοδότησή του το 1938, καθώς δεν είχε δική του οικογένεια και οι φίλοι του είχαν και αυτοί πεθάνει. Του συμπαραστάθηκαν λίγοι παλιοί φοιτητές και συνεργάτες που τον εκτιμούσαν μέχρι το τέλος. Αν ο Χόνδρος ήταν ο άνθρωπος της κουβέντας και της φιλοσοφικής αναζήτησης, ο Αθανασιάδης ήταν ο άνθρωπος της σιωπής και του πρακτικού έργου. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ανάλωσε πολλές δυνάμεις όχι μόνο για τον καλό εξοπλισμό του εργαστηρίου φυσικής, αλλά και για την αποδοτικότερη αξιοποίηση των οργάνων στην έρευνα και τη διδασκαλία.

    Η αγορά οργάνων φυσικής το 1912

    Το 1912 το Πανεπιστήμιο διέθεσε το ποσό των 60.000 δραχμών για την αγορά νέων οργάνων (Συλλογικό, 1937, 27). Η παραγγελία πραγματοποιήθηκε από τον καθηγητή Δημήτριο Χόνδρο. Τα σχεδόν 700 όργανα, διατάξεις και σκεύη που αγοράστηκαν παρουσιάζονται αναλυτικά σε 17 σελίδες σε σχετική έκδοση του Εθνικού Πανεπιστημίου (Άγνωστη/ος, 1914, 289-306). Οι χώρες προέλευσης, τα εργοστάσια κατασκευής και οι επιμέρους καταγραφές έχουν ως εξής:

    Γερμανία
    ·                 Max Kohl A.G., Chemnitz. 131 καταγραφές (διάφορα όργανα φυσικής).
    ·                 E. Leybold’s Nachfolger, Cöln. 160 καταγραφές (διάφορα όργανα φυσικής).
    ·                 Sumens [sic]4Πρόκειται για το εργοστάσιο Siemens.

    -Halske, Berlin. 32 καταγραφές (κυρίως εξοπλισμός ηλεκτρομαγνητισμoύ).
    ·                 W. C. Heraens [sic]5Πρόκειται για το εργοστάσιο W. C. Heraeus.

    , Hanau. 2 καταγραφές (λυχνία υδραργύρου και στήριγμα αυτής).
    ·                 Alf. Wehrsen, Berlin. 1 καταγραφή (ηλεκτροστατική μηχανή Voltana).
    ·                  Emil. Gundelach, Gehlberg. 3 καταγραφές (για ακτίνες Χ).
    ·                  Franz Schmith [sic]6Πρόκειται για το εργοστάσιο Schmidt und Haensch

    und Haensch, Berlin. 14 καταγραφές (κυρίως για φασματοσκοπική ανάλυση).
    ·                  R. Fuss [sic]7Πρόκειται για το εργοστάσιο R. Fuess, Berlin.

    . 2 καταγραφές (καθετόμετρο και τρίποδες).
    ·                  Wormbrunn [sic]8Πρόκειται για το εργοστάσιο WarmbrunnQuilitz& Co.

    Quilitz et [sic] Co, Berlin. 30 καταγραφές (είδη χημείας).
    ·                 Vereinigte Fabriken für Laboratoriums Βedarf, Berlin. 52 καταγραφές (είδη χημείας).
    ·                 Glaswerke Schott und Geu [sic]9Πρόκειται για το εργοστάσιο GlaswerkeSchott& Gen.

    , Jena. 28 καταγραφές (υάλινα σκεύη, ρυθμιστικές αντιστάσεις, ηλεκτρικοί πίνακες).
    ·                 Clemens–Riefler, Nesselwang. 1 καταγραφή (πλήρες κιβώτιο διαβητών).
    ·                 Court [sic]10Πρόκειται για το εργοστάσιο Curt Bentzin.

    Bentzin, Görlitz. 7 καταγραφές (φωτογραφικά είδη).
    ·                 A.Krüss, Hambourg [sic]. 1 καταγραφή (επαγωγικό πηνίο Rühmkorff).
    ·                 Carl Zeiss, Jena. 13 καταγραφές (εξοπλισμός για προβολές).
    ·                 Hartmann und Braun A. G., Frankfurt. 50 καταγραφές (κυρίως εξοπλισμός ηλεκτρομαγνητισμού).
    ·                 Fritz Köhler, Leipzig. 91 καταγραφές (διάφορα όργανα φυσικής).
     
    Ελβετία
    ·                 Fr. Klingelfuss et Go, Basel. 8 καταγραφές (διατάξεις ηλεκτρομαγνητισμού).
     
    Αυστρία
    ·                 Alb. Rueprecht und Sohn, Wien. 14 καταγραφές (κυρίως ζυγοί και σταθμά).
     
    Γαλλία
    ·                 Ph. Pellin, Paris. 21 καταγραφές (όργανα οπτικής).
    ·                 E. Ducretet et E. Roger, Paris. 6 καταγραφές (κυρίως βαρόμετρα και ανταλλακτικά αυτών).
     
    Η.Π.Α.
    ·                 W. M. Gaertner et Co, Chicago. 1 καταγραφή (σειρά στηριγμάτων).

    Παρατηρούμε πως οι 650 από τις 700 καταγραφές, δηλαδή ένα ποσοστό μεγαλύτερο του 90%, προέρχονται από γερμανικά εργοστάσια. Ο Δ. Χόνδρος μετά την αποφοίτησή του από το Εθνικό Πανεπιστήμιο είχε σπουδάσει στη Γερμανία στα πανεπιστήμια του Γκέτινκγεν και του Μονάχου, όπου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει και να εκτιμήσει την ποιότητα του εργαστηριακού εξοπλισμού που κατασκεύαζαν τα γερμανικά εργοστάσια. Θεωρούμε πως αυτό είναι το σημείο κλειδί για την προτίμηση που έδειξε στα εργοστάσια αυτά κατά την εκτέλεση της παραγγελίας. Η αγορά εξοπλισμού από γερμανούς κατασκευαστές συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια τόσο από τον Χόνδρο όσο και από τον Αθανασιάδη. Αναφέρουμε ενδεικτικά πως το 1922 οι δύο καθηγητές παρήγγειλαν από κοινού μία μεγάλη συστοιχία από 120 συσσωρευτές 2 x 110 V και εντάσεως 36 Ααπό το εργοστάσιο Wilhelm Hagen στην πόλη Ζόεστ [Soest] της Βεστφαλίας (Συλλογικό, 1937, 34). Οι συσσωρευτές έφτασαν στον Πειραιά μέσα σε 56 κιβώτια και η μεταφορά τους κόστισε 4500 δραχμές11https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents..

    Συμπερασματικά, η αποτελεσματική χρήση του εξοπλισμού της αρχικής παραγγελίας του 1912 δημιούργησε μία θετική παράδοση και ενέπνευσε εμπιστοσύνη στα γερμανικά επιστημονικά όργανα. Στο μεταξύ, το κτήριο του Χημείου ανοικοδομήθηκε ουσιαστικά εκ βάθρων και προστέθηκε ένας επιπλέον όροφος (Εικόνα 2). Το 1917 τα εργαστήρια φυσικής και χημείας επέστρεψαν στο κτήριο αυτό από τη Μαράσλειο Εμπορική Σχολή (Άγνωστη/ος, χ.ε., 14).

    Η συνθήκη των Βερσαλλιών ως ευκαιρία για το τμήμα Φυσικής

    Η λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησε στη συνθήκη των Βερσαλλιών, η οποία υπογράφηκε στις 28 Ιουνίου 1919 ανάμεσα στη Γερμανία και στα κράτη της Αντάντ. Η Γερμανία αποδεχόταν την πλήρη ευθύνη για την έναρξη του πολέμου και, σύμφωνα με τα άρθρα 231-248, αποδεχόταν να πληρώσει πολεμικές αποζημιώσεις συνολικού ύψους 31,4 δισ. δολαρίων ΗΠΑ σε διάφορες χώρες. Τον Μάιο του 1921 η Επιτροπή Επανορθώσεων καθόρισε την αποζημίωση της Γερμανίας στα 33 δισ. δολάρια. Το ποσό όμως μειώθηκε ουσιαστικά σε μόλις 12,5 δισ. δολάρια, απαιτώντας ετήσιες αποπληρωμές ύψους 350 εκατ. δολαρίων. Ο Γεώργιος Αθανασιάδης αντιλήφθηκε πως οι πολεμικές αποζημιώσεις, κάποιες μάλιστα σε είδος, που δικαιούνταν η Ελλάδα βάσει της συνθήκης των Βερσαλλιών, επέτρεπαν τη συμπλήρωση των μεγάλων κενών στον εξοπλισμό του εργαστηρίου φυσικής. Πράγματι, ο καθηγητής κατέστρωσε μακροσκελή κατάλογο με τα απαραίτητα όργανα, τον οποίον κατέθεσε στην ελληνική κυβέρνηση12Την ίδια τακτική ακολούθησε ο ορυκτολόγος και φυσικομαθηματικός καθηγητής Κωνσταντίνος Κτενάς, διευθυντής του πετρολογικού εργαστηρίου και μουσείου του Εθνικού Πανεπιστημίου. Με αίτησή του προς την Πρυτανεία του πανεπιστημίου στις 15 Ιουνίου 1921 ζητάει να προωθηθεί μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών στην Επιτροπή των Αποζημιώσεων αίτημα για την προμήθεια επιστημονικών οργάνων για το εργαστήριο, τονίζοντας πως «με τας σημερινάς υψηλάς τιμάς δεν δύναται τούτο (το εργαστήριο) να προμηθευθεί». Συνημμένα στην αίτηση υποβλήθηκε ο κατάλογος με τα προτεινόμενα όργανα. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/1447996.. Αναφέρεται πως στη θετική έκβαση του αιτήματός του συνετέλεσε η επιμονή του και η φιλία του με τον πρωθυπουργό Δ. Γούναρη και τον Υπουργό των Οικονομικών Π. Πρωτοπαπαδάκη (Κανδήλης, 1976, 93). Ως αποτέλεσμα, ο κατάλογος υπεβλήθη στη συνέχεια στην Επιτροπή Πολεμικών Αποζημιώσεων (Ε.Π.Α.) στο Παρίσι, η οποία τον αποδέχθηκε και τον διαβίβασε προς εκτέλεση στη γερμανική κυβέρνηση. Η τελευταία προώθησε τα επιμέρους τμήματα της παραγγελίας στα κατάλληλα εργοστάσια. Ολόκληρη η σχετική γραφειοκρατική διαδικασία είχε ολοκληρωθεί το πρώτο μισό του 1922, ωστόσο ο Αθανασιάδης χρειάστηκε να επισκεφθεί δύο φορές το 1922 και το 1923 τη Γερμανία, με έξοδα του Πανεπιστημίου Αθηνών, για να συνεννοηθεί τόσο για την κατασκευή όσο και για την συντομότερη αποστολή των οργάνων στην Ελλάδα.

    Όπως φαίνεται από έγγραφο του Αθανασιάδη προς την Πρυτανεία στις 25 Ιουνίου 192213Ημερομηνία εγγράφου 25 Ιουνίου 1922 με αρ. πρωτ. 8229, 2.7.1922.
    https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents.
    , μία ημέρα νωρίτερα είχε προωθηθεί έγγραφο στη Σύγκλητο μέσω του Υπουργείου Παιδείας1421733/24.6.1922, https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents από το Υπουργείο Εξωτερικών σχετικά με την έγκριση του αιτήματος από την Ε.Π.Α. Ο Αθανασιάδης με αφορμή το έγγραφο αυτό, ενημερώνει τη Σύγκλητο για τις μέχρι τότε κινήσεις του, σημειώνει δε πως η αξία της παραγγελίας, η οποία έχει εγκριθεί από την Ε.Π.Α., φτάνει τα 490.000 φράγκα, ενώ το κόστος της μεταφοράς τους στην Ελλάδα εκτιμάται στα 40.000 φράγκα, τα οποία μπορούν να δοθούν και τμηματικά. Ο Αθανασιάδης ζητεί να εγγραφεί το μισό ποσό των μεταφορικών στον προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου για το 1922 και το υπόλοιπο ποσό να καλυφθεί το επόμενο έτος15https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents.. Δύο μήνες αργότερα, στις 24 Αυγούστου 1922, η ελληνική αντιπροσωπεία στην Ε.Π.Α. ενημέρωσε τηλεγραφικώς την ελληνική κυβέρνηση πως η παραγγελία των οργάνων στη Γερμανία «προσκρούει εκεί κατά πολλών δυσχερειών» και ότι ήταν της γνώμης πως μόνο η επί τόπου αποστολή ενός ειδικού επί του θέματος θα οδηγούσε στην επίλυση του προβλήματος. Το Υπουργείο Εξωτερικών ενημέρωσε το Υπουργείο των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και εκείνο με τη σειρά του την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Αθηνών, ώστε να αποφασίσει σχετικά η Σύγκλητος. Σε αυτό το σημείο οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο η πρυτανεία αποφασίζει να μεταβεί ο Αθανασιάδης στη Γερμανία. Στις 25 Αυγούστου 1922 το Υπουργείο των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως ενημερώνει την Πρυτανεία πως εγκρίνει τη μετάβαση «ως λίαν συντελεστικήν του επιδιωκομένου σκοπού»1631731/25.8.1922, Έγγραφο του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50.. Στη 1 Σεπτεμβρίου 1922 η Πρυτανεία ενημερώνει τον Αθανασιάδη πως αποφασίστηκε να μεταβεί εκείνος στη Γερμανία για να διακανονίσει «τα καθ’ έκαστον της κατασκευής και παραδόσεως των επιστημονικών οργάνων»176/1.9.1922. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50.. Η Πρυτανεία πληροφορεί στις 3 Σεπτεμβρίου το Ελεγκτικό Συνέδριο για την απόφαση, θέτει δε ως προθεσμία υποβολής των λογαριασμών το διάστημα των τεσσάρων μηνών1832/3.9.1922. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50.. Μία μέρα αργότερα, ο Αθανασιάδης ενημερώνεται πως έχει εγκριθεί το ποσό των 10.000 δραχμών για τη μετάβασή του στη Γερμανία και ότι έχει διορία δύο μηνών για την πραγματοποίηση του ταξιδιού1948/4.9.1922. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50..

    Δεν στάθηκε δυνατόν να βρεθούν στοιχεία για τον χρόνο, τη διάρκεια και τις στάσεις που έκανε ο Αθανασιάδης στη Γερμανία κατά την παραμονή του εκεί. Ωστόσο, το ταξίδι του πρέπει να είχε ολοκληρωθεί το αργότερο στις αρχές του Δεκεμβρίου του 1922, καθώς στη συνεδρίαση στις 14 Δεκεμβρίου η Σύγκλητος «ομοθύμως εξέφρασε τα θερμότατα συγχαρητήρια και ευχαριστίας» διότι «ηδυνήθη να προσκομίσει εις το Πανεπιστήμιον συλλογήν επιστημονικών οργάνων πλουσιωτάτης και μεγίστης αξίας»202905/21.12.1922, Επιστολή της Πρυτανείας προς το Υπουργείον των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως.. Ένα μικρό μέρος της αρχικής παραγγελίας δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, καθώς την τελευταία στιγμή αρνήθηκε την εκτέλεση η γερμανική κυβέρνηση. Ο ενθουσιασμός για την απόκτηση μιας τέτοιας ποσότητας και ποιότητας εξοπλισμού είναι έκδηλος στην παρουσίαση του εργαστηρίου το 1923-1924 (Άγνωστη/ος, χ.ε., 22-23), όπου αναφέρεται πως τα «τελειότατα και όλως νεωτάτου τύπου» όργανα «αξίας πολλών εκατομμυρίων δραχμών» κατασκευάστηκαν από τα «άριστα των γερμανικών εργοστασίων» με αποτέλεσμα το εργαστήριο φυσικής να «εξαίρεται ήδη εις εργαστήριον πρώτης τάξεως μεταξύ των αρτιοτέρων και τελειοτέρων εργαστηρίων της Εσπερίας».

    Η παραγγελία αφορούσε όργανα από κάθε κλάδο και εφαρμογή της φυσικής και περιελάμβανε πάνω από 2.000 αντικείμενα, που ήρθαν στην Ελλάδα μέσα σε 400 κιβώτια μεγάλων διαστάσεων. Ανάμεσά τους υπήρχαν όργανα διδασκαλίας, μετρήσεων και μηχανήματα για διάφορες εγκαταστάσεις (Εικόνες 3 και 4). Ξεχωρίζουν η πρώτη στην Ελλάδα εγκατάσταση για την υγροποίηση του αέρα, ο εξοπλισμός ασύρματης τηλεγραφίας και τηλεφωνίας, οι φασματομετρικές και φωτομετρικές διατάξεις, το δίκτυο τηλεφωνικής επικοινωνίας, ο εξοπλισμός για κινηματογραφικές προβολές και ένα μεγάλο τηλεσκόπιο Zeiss. Το 1937 η αξία των οργάνων υπολογίστηκε σε 15.500.000 δραχμές με βάση τις τρέχουσες τιμές (Συλλογικό, 1937, 30). Με δεδομένο πως ο μέσος μισθός της εποχής ήταν 1.800 δραχμές (Μπαμπανάσης, 1981, 111) προκύπτει πως το ποσό αυτό σήμερα αντιστοιχεί σε περίπου 9.500.000 ευρώ. Ανάμεσα στα εργοστάσια κατασκευής ξεχωρίζουμε πολλά από εκείνα που συναντήσαμε στην αγορά του 1912. Πιο συγκεκριμένα, τα οπτικά όργανα «μεγάλης ακρίβειας» προέρχονται από τα εργοστάσια Carl Zeiss, Rudolf Fuess, Hans Heele, A. Kruss, Carl Leiss, A. Pfeiffer, AskaniaWerke και Hims. Τα ηλεκτρικά όργανα μετρήσεων κατασκευάστηκαν από τους κατασκευαστές Siemens & Halske, Hartmann & Braun, Telefunken κ.λπ. Οι οίκοι Max Kohl, Ε. Leybold’s και A. Pfeiffer κατασκεύασαν τα όργανα διδασκαλίας. Η εταιρεία A.E.G. (Berlin) κατασκεύασε τις μεγάλες ηλεκτρομηχανές, η WolfJahn & Co (Frankfurt) τα μηχανήματα εργοστασίου (π.χ. τόρνοι), ενώ ο εξοπλισμός για την υγροποίηση του αέρα προέρχεται από την Gesellschaft für Lindes Eismaschinen. Ο μεγάλος αριθμός των οργάνων και η παρουσία ευμεγέθων αντικειμένων ανάμεσά τους έφερε το εργαστήριο φυσικής στο κτήριο της χημείας στα όρια των δυνατοτήτων του, με αποτέλεσμα να θεωρείται απαραίτητη η κατασκευή ενός νέου «ιδίου μεγάλου μεγάρου της Φυσικής» (Άγνωστη/ος, χ.ε., 23). Μια άμεση λύση δόθηκε με την προσθήκη ενός ακόμα ορόφου στο κτήριο του Χημείου το 1926 (Αιγινήτης, 1927, 7-8 και 25-29) (Εικόνα 5). Η μετακόμιση σε ένα καινούργιο ευρύχωρο κτήριο θα πραγματοποιηθεί μόνο μετά από εβδομήντα χρόνια, αλλά δυστυχώς δεν θα συνοδευθεί από μια λύση στο χρονίζον πρόβλημα της μουσειακής αξιοποίησης του ιστορικού πλέον εξοπλισμού. Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με υφιστάμενες πηγές όργανα από αυτή τη μεγάλη συλλογή δόθηκαν και σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για να εμπλουτίσουν τα σχολικά εργαστήρια, μια σημαντική καινοτομία για την εποχή εκείνη.

    Επίλογος

    Η ιστορία που αφηγηθήκαμε αποδεικνύει ακόμα μια φορά τον πλούτο και την πολυπλοκότητα των ελληνογερμανικών διασταυρώσεων και σε ζητήματα επιστήμης. Τη φορά αυτή η γερμανική πλευρά, καθόλου οικιοθελώς, εξόπλισε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το εργαστήριο φυσικής, και όχι μόνο του Πανεπιστημίου Αθηνών, μετατρέποντας το από ένα «ζωντανό μουσείο» με όργανα παλιά και αναξιόπιστα σε χώρο σύγχρονης για την εποχή εκείνη διδασκαλίας και έρευνας. Ωστόσο, επειδή στην Ελλάδα οι πρωτοποριακές προσπάθειες συνήθως δεν ευημερούν, και αυτή έμεινε τελικά να σηματοδοτεί ένα ακόμα μετέωρο βήμα προς τη σύγχρονη νεωτερικότητα. Πολλά από τα όργανα αυτά συναπαρτίζουν σήμερα έναν μοναδικό «κρυμμένο» θησαυρό που βρίσκεται στο για δεκαετίες «υπό σύσταση» Μουσείο Φυσικών Επιστημών του Ε.Κ.Π.Α., αλλά και στο Μουσείο Ιστορίας του Ε.Κ.Π.Α. (Πάπαρου & Λάζος, 2015, Vlahakis, Lazos, Paparou & Tsitou, 2018) (Εικόνα 6).

    Zusammenfassung

    Η μελέτη αυτή περιγράφει τη διαδικασία εμπλουτισμού του εργαστηρίου φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών μέσα από τις γερμανικές αποζημιώσεις του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Παράλληλα, αποτυπώνει την αργή και πολύμοχθη διαδικασία μετάβασης από το «Ταμείον Φυσικής» του 19ου αιώνα στο επιστημονικό εργαστήριο του 20ου αιώνα, και συνταιριάζει αυτή τη διαδικασία με τις προσωπικές ιστορίες όσων συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια. Από τη σχετική αφήγηση μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι και σε αυτήν την περίπτωση, όπως και σε πολλές άλλες, στην Ελλάδα η ιστορία των θεσμών είναι στην πραγματικότητα ιστορία των προσώπων. Πολλές φορές δηλαδή δεν είναι οι άνθρωποι που υπηρετούν σε θεσμούς, αλλά είναι θεσμοί που δημιουργούνται για να εξυπηρετήσουν ανθρώπους. Και αυτό πλέον φαίνεται να καθίσταται περίπου νομοτέλεια. Ωστόσο, το μεγάλο κέρδος από αυτή την ιστορία είναι ότι τελικά η Ελλάδα απέκτησε ένα σημαντικό αριθμό οργάνων αναγκαίων για τη διδασκαλία και την έρευνα σε ένα περιφερειακό πανεπιστήμιο, όπως αυτό των Αθηνών στις αρχές του 20ου αιώνα, και παράλληλα η Γερμανία μπόρεσε να απαλλαγεί από τα όργανα αυτά που για εκείνη αποτελούσαν ήδη όργανα ξεπερασμένης τεχνολογίας.

    Σημειώσεις

    • 1
      Ο μικρός αριθμός πανεπιστημιακών θέσεων δημιούργησε μεγάλες εντάσεις μεταξύ των υποψηφίων. Ο Βασίλειος Αιγινήτης, αδελφός του Δημήτριου Αιγινήτη, μιας από τις πλέον πολυσχιδείς προσωπικότητες της εποχής γράφει στο έργο του Η εξέλιξις της Φυσικής εν Ελλάδι, Πρόσωπα και Πράγματα, Αθήναι (1911, σ. 68): «[…]και εκ τούτων συνάγομεν, ότι αν ο κ. Αθανασιάδης δεν είναι επιστήμων κατηρτισμένος ούτως, ώστε να μη δύναται να γίνη λόγος περί αυτού, προκειμένου περί έδρας Πανεπιστημιακής τακτικής ή εκτάκτου, αν παρουσιάζη σοβαράς ελλείψεις θεμειώδεις και στοιχειώδεις θεωρητικάς και πειραματικάς, όμως παρουσιαζει και τινα φωτεινά σημεία, δι’ α είναι άξιος πολλών επαίνων. Η επιμέλειά του προς την εργασίαν και η μη φειδώ ουδενός κόπου, όπως αφ’ ενός συγκρατήση όσα εξέμαθεν ως σπουδαστής και αφ’ ετέρου όπως συμπληρώση εαυτόν, όσον θα ήτο δυνατόν εις άνθρωπον αυτοδιδασκόμενον, είναι παράδειγμα άξιον μιμήσεως παρά πάντων των εκ του ημετέρου Πανεπιστημίου εξερχομένων».
    • 2
      Εφημερίδα Σκριπ, 17 Αυγούστου 1911. Εφημερίδα Ακρόπολις, 17 Αυγούστου 1911.Έχει ενδιαφέρον για την ιστορική καταγραφή, αλλά και την ανάδειξη του ρόλου των πηγών, ότι πολλές από τις σχετικές πηγές αναφέρονται μέχρι σήμερα στην πυρκαγιά του 1910, ενώ όπως ήδη αναφέρθηκε η πυρκαγιά τελικά είχε εκδηλωθεί ένα χρόνο αργότερα, το 1911.
    • 3
      Πρόκειται για τους Κωνσταντίνο Ζαΐμη, Παναγιώτη Καραγιαννίδη και Παναγιώτη Τσαβλή.
    • 4
      Πρόκειται για το εργοστάσιο Siemens.
    • 5
      Πρόκειται για το εργοστάσιο W. C. Heraeus.
    • 6
      Πρόκειται για το εργοστάσιο Schmidt und Haensch
    • 7
      Πρόκειται για το εργοστάσιο R. Fuess, Berlin.
    • 8
      Πρόκειται για το εργοστάσιο WarmbrunnQuilitz& Co.
    • 9
      Πρόκειται για το εργοστάσιο GlaswerkeSchott& Gen.
    • 10
      Πρόκειται για το εργοστάσιο Curt Bentzin.
    • 11
      https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents.
    • 12
      Την ίδια τακτική ακολούθησε ο ορυκτολόγος και φυσικομαθηματικός καθηγητής Κωνσταντίνος Κτενάς, διευθυντής του πετρολογικού εργαστηρίου και μουσείου του Εθνικού Πανεπιστημίου. Με αίτησή του προς την Πρυτανεία του πανεπιστημίου στις 15 Ιουνίου 1921 ζητάει να προωθηθεί μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών στην Επιτροπή των Αποζημιώσεων αίτημα για την προμήθεια επιστημονικών οργάνων για το εργαστήριο, τονίζοντας πως «με τας σημερινάς υψηλάς τιμάς δεν δύναται τούτο (το εργαστήριο) να προμηθευθεί». Συνημμένα στην αίτηση υποβλήθηκε ο κατάλογος με τα προτεινόμενα όργανα. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/1447996.
    • 13
      Ημερομηνία εγγράφου 25 Ιουνίου 1922 με αρ. πρωτ. 8229, 2.7.1922.
      https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents.
    • 14
      21733/24.6.1922, https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents
    • 15
      https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents.
    • 16
      31731/25.8.1922, Έγγραφο του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50.
    • 17
      6/1.9.1922. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50.
    • 18
      32/3.9.1922. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50.
    • 19
      48/4.9.1922. https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/el/browse/68793#contents&gid=1&pid=50.
    • 20
      2905/21.12.1922, Επιστολή της Πρυτανείας προς το Υπουργείον των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως.

    Βιβλιογραφία

    Οπτικό υλικό

    Παραπομπή

    Γιώργος Ν. Βλαχάκης, Παναγιώτης Λάζος: «Η γερμανική συμβολή στον εμπλουτισμό των επιστημονικών οργάνων φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών: Αγορές και προσκτήσεις», στο: Αλέξανδρος-Ανδρέας Κύρτσης και Μίλτος Πεχλιβάνος (επιμ.), Επιτομή των ελληνογερμανικών διασταυρώσεων, 16.03.22, URI : https://comdeg.eu/essay/110148/.