Ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης στο Βερολίνο και η μοντέρνα οπτική στην αρχαιότητα

  • Δημοσιεύτηκε 02.03.21

Γιατί η διδακτορική διατριβή του Δοξιάδη (Βερολίνο, 1936) θεωρήθηκε μια μεγάλη «ανακάλυψη»; Ποιο ήταν το ιστορικό και θεωρητικό της υπόβαθρο; Γιατί το Βερολίνο αποτέλεσε τον ιδανικό τόπο έρευνας και υποδοχής μιας τέτοιας θεωρίας; Πώς αναφέρεται η θεωρία Δοξιάδη στη νεωτερικότητα του μεσοπολέμου και τις δικές τις αισθητικές θεωρίες και τάσεις; Ποιο ήταν το εύρημα εκείνο μέσα από το οποίο συνδέθηκε η ελληνική αρχαιότητα με τη μοντέρνα εποχή; Γιατί μας ενδιαφέρει αυτή η θεωρία σήμερα;

Περιεχόμενα

    Η θεωρία

    Στις 15 Μαΐου του 1936 o εισοσιτριάχρονος Κωνσταντίνος Δοξιάδης κατέθεσε στο Berlin Charlottenburg Technische Hochschule τη διδακτορική διατριβή του με τίτλο Die Raumgestaltung im Griechischen Städtebau [Ο σχεδιασμός του χώρου στην [αρχαία] ελληνική πολεοδομία] και επιβλέποντα τον Daniel Krencker. Το πρωτότυπο κείμενο, όπως το βρίσκουμε στο Αρχείο Δοξιάδη, έχει έκταση 225 σελίδων, συμπεριλαμβανομένων σχεδίων κατόψεων, προοπτικών αναπαραστάσεων, πινάκων και φωτογραφιών.

    Αντικείμενο της διατριβής του Δοξιάδη ήταν η ελληνική πολεοδομία και συγκεκριμένα ορισμένα σημαντικά κτιριακά σύνολα, όπως ήταν τα συγκροτήματα ναών-ιερών και οι αγορές, από τον 7ο π.Χ. έως τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη, η τοποθέτηση των κτιρίων και η οργάνωση των κτιριακών συγκροτημάτων της αρχαίας Ελλάδας δεν ήταν τυχαία, αλλά ακολουθούσε σε κάτοψη ορισμένους αυστηρούς γεωμετρικούς κανόνες, οι οποίοι βασίζονταν στη λειτουργία και φυσιολογία της ανθρώπινης οπτικής αντίληψης. Πιο συγκεκριμένα, οι αρχιτέκτονες της αρχαιότητας όριζαν την ακριβή θέση των κτιρίων στον χώρο, χρησιμοποιώντας ένα προωθημένο σύστημα πολικών συντεταγμένων. (Eικ. 1) Βασίζονταν, δηλαδή, σε γεωμετρικές σχέσεις γωνιών των οποίων η κορυφή ταυτιζόταν με το ανθρώπινο μάτι και οι πλευρές, προεκτεινόμενες, συναντούσαν συγκεκριμένα σημεία όπως πλευρές και όρια ναών, ακμές βωμών, άξονες αγαλμάτων κ.ο.κ. Το ανθρώπινο βλέμμα ήταν, τρόπον τινά, το θεμέλιο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και το οπτικό πεδίο ταυτίζονταν με το πεδίο της κτιριακής σύνθεσης. Σε κάθε περίπτωση, υπήρχε ένα κύριο σημείο από όπου και γινόταν αντιληπτό όλο το αρχιτεκτονικό σύνολο, και αυτό ήταν η είσοδος του εκάστοτε συγκροτήματος. (Εικ. 2) Το πρόπυλο τόνιζε χαρακτηριστικά την είσοδο σε ένα συγκρότημα και αποτελούσε ταυτόχρονα το σημείο από το οποίο για πρώτη φορά κάποιος είχε τη συνολική εποπτεία του χώρου. Με άλλα λόγια, το πρόπυλο και η είσοδος ήταν τα ανάλογα της ίριδας και της κόρης του ματιού. Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Δοξιάδης στη διατριβή του, οι βασικές αρχές οργάνωσης των κατασκευών στον χώρο ήταν οι εξής:

    • Οπτικές ακτίνες όριζαν τη θέση τριών γωνιών κάθε κτιρίου, ούτως ώστε κάθε κτίριο να φαίνεται κατά τα τρία τέταρτα. (Εικ. 3) Η θέση του προνομιακού σημείου όρασης (σημείο Α στις κατόψεις) ήταν ακριβώς στο τελευταίο σκαλί του πρόπυλου της κάθε εισόδου και σε ύψος από το έδαφος όσο το ύψος των ματιών ενός μέσου αναστήματος άνδρα της εποχής.
    • Κάθε σημαντική κατασκευή εμφανιζόταν πάντοτε ολόκληρη στο οπτικό πεδίο και ποτέ κατά ένα μόνο μέρος της.
    • Οι οπτικές ακτίνες όριζαν μεταξύ τους συγκεκριμένες γωνίες κάθε φορά, ανάλογα με το αν ο αρχιτέκτονας είχε χρησιμοποιήσει α. το «δωδεκαμερές» ή β. το «δεκαμερές» σύστημα. Στην περίπτωση α., οι κατασκευές γίνονταν αντιληπτές σε οπτικές γωνίες 30ο, 60ο, 90ο, 120ο και 150ο, που προέκυπταν από τη διαίρεση του κύκλου του οπτικού πεδίου σε 12 μέρη. Στην περίπτωση β., οι γωνίες ήταν 36ο, 72ο, 108ο και 144ο, γωνίες που προέκυπταν δηλαδή από τη διαίρεση του κύκλου του οπτικού πεδίου σε 10 μέρη.
    • Η θέση των κατασκευών καθοριζόταν επίσης από την απόσταση ανάμεσα στον παρατηρητή (σημείο Α) και το αντικείμενο σε τόξα των 100, 150 ή 200 αρχαίων ποδών.
    • Στα ιερά συγκροτήματα μία από τις οπτικές ακτίνες δεν κατευθύνονταν προς κάποιον ναό ή άλλη κατασκευή αλλά προς ένα φυσικό στοιχείο του περιβάλλοντος χώρου, ένα τοπιακό τοπόσημο με ιδιαίτερη σημασία ή σχέση με κάποια τοπική θρησκευτική παράδοση.
    • Τα κτίρια ήταν έτσι τοποθετημένα, ώστε τα κενά που υπήρχαν ανάμεσά τους να αφήνουν να φανεί το φυσικό περιβάλλον, δημιουργώντας μια οπτική σύνθεση η οποία συμπεριελάμβανε φυσικά και τεχνητά στοιχεία.

    Σύμφωνα με τον συγγραφέα, αυτό το σύστημα σύνθεσης του χώρου, το οποίο είχε ως αφετηρία του το ανθρώπινο βλέμμα, ήταν προγενέστερο από το Ιπποδάμειο σύστημα.1Ο Δοξιάδης πιστεύει ότι σε αυτή τη διάκριση αναφέρεται και ο Αριστοτέλης όταν γράφει για «αρχαιότερον τρόπο». Σήμερα, βέβαια, γνωρίζουμε ότι ελληνικές αποικίες του 7ου αιώνα π.Χ., όπως π.χ. τα Μέγαρα Υβλαία είχαν «ιπποδάμεια» οργάνωση εξαρχής. Ωστόσο, ο Δοξιάδης επισήμανε ότι υπήρξε μια διαχρονική εξέλιξη αυτού του συστήματος από τις πρώτες φιλοσοφικές προσεγγίσεις στον 7ο αιώνα π.Χ. και την άνθισή του στον 5ο αιώνα έως τη σταδιακή του εξαφάνιση κατά τα ελληνιστικά χρόνια, όπου επικράτησε πλήρως ο σχεδιασμός με κάθετους και οριζόντιους άξονες (το Ιπποδάμειο).

    Το 1937 ακολούθησε η έκδοση στη Χαϊδελβέργη του βιβλίου που ήταν βασισμένο στη διατριβή του Δοξιάδη με τίτλο Raumordnung im Griechischen Städtebau (Doxiadis, 1937) [Η οργάνωση του χώρου στην (αρχαία) ελληνική πολεοδομία]. Στην εισαγωγή ο Δοξιάδης θα σημείωνε ότι η μέθοδος ανάλυσης που χρησιμοποίησε ήταν σαφώς πρωτότυπη και για αυτό είχε περισσότερο τον χαρακτήρα μιας υπόθεσης, μιας δηλαδή προσωπικής ερμηνευτικής ματιάς, παρά μιας τεκμηριωμένης θεωρίας. Άλλωστε, όπως έγραφε, ο αριθμός των πόλεων που μελέτησε ήταν σχετικά μικρός, σίγουρα όχι αρκετός για να τεκμηριώσει χωρίς κενά αυτήν του τη θεωρία. Παραδεχόταν, επομένως, ο Δοξιάδης ότι δεν επρόκειτο για μια μελέτη που βασιζόταν σε ακλόνητα δεδομένα. Τα όποια στοιχεία παρουσιάζονταν ήταν ασαφή, ελλιπή, σίγουρα όχι ατράνταχτα. Παρ’ όλα αυτά, για τον μελετητή ήταν σημαντικότερη η «γενική συνεισφορά στην επιστήμη» παρά η προσκόλληση σε κάποιες «λεπτομέρειες», όπως έγραφε. Ο Δοξιάδης παραδεχόταν, επίσης, ότι η σχετική βιβλιογραφία πάνω σε ζητήματα οργάνωσης του χώρου κατά την αρχαιότητα ελάχιστα μπόρεσε να τον βοηθήσει και κυρίως το έργο για την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική του Armin von Gerkan (1924).

    Αν θέλουμε να συνοψίσουμε τη βιβλιογραφία της διατριβής, χωρίς να εξετάζουμε αν και κατά πόσο αυτή βοήθησε τον Δοξιάδη στην κατασκευή της θεωρίας του, θα δούμε ότι αποτελείται από πενήντα περίπου βιβλία και άρθρα. Στο Αρχείο Δοξιάδη βρίσκουμε 19 φακέλους εργασίας σχετικούς με τη διατριβή, οι οποίοι αντιστοιχούν σε 19 πόλεις (Αίγινα, Άσσος, Αθήνα, Κως, Δελφοί, Δήλος, Έφεσος, Μαγνησία, Μεγαλόπολις, Μίλητος, Ολυμπία, Παλμύρα, Πέργαμος, Πριήνη, Σάμος, Σελινούντας, Σούνιο, Τεγέα, Λυκοσούρα). Οι φάκελοι συγκεντρώνουν υλικό από το 1896 έως το 1936 και περιέχουν σημειώσεις, σκίτσα, καθώς και καρτ ποστάλ ή φυλλάδια από τους αρχαιολογικούς χώρους. Επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτός από τις κατόψεις, ο Δοξιάδης αποτύπωσε τους αρχαιολογικούς τόπους μέσα από πανοραμικές φωτογραφίες. Από την πρώτη στιγμή, ο νεαρός αρχιτέκτονας ενημερώνει για τη διατριβή συναδέλφους και φίλους, παλιούς καθηγητές του, γνωστούς αρχιτέκτονες στην Ελλάδα ή το εξωτερικό.2Η αλληλογραφία με τους εκδοτικούς οίκους Wilhelm Ernst & Sohn και Alfred Megner υπάρχει στο Αρχείο Δοξιάδη (DA18507).

    Οποιοσδήποτε θα μπορούσε να ενδιαφέρεται για μια θεωρία του σχεδιασμού του χώρου στην αρχαιότητα είναι και ένας πιθανός παραλήπτης. Το γράμμα που στέλνει ο Δοξιάδης στον Le Corbusier δείχνει ακριβώς την πεποίθησή του ότι η εργασία του είναι πολύ σημαντική και ταυτόχρονα φανερώνει την επιθυμία του νεαρού αρχιτέκτονα να συμμετέχει δυναμικά σε έναν διεθνή αρχιτεκτονικό διάλογο.3Cher Monsieur, Lorsque j’étais encore étudiant, il y a quelques années, j’ai beaucoup lu vos ouvrages concernant l’architecture moderne et j’y ai remarqué avec plaisir que la question de l’esthétique de l’Acropole d’Athènes vous a beaucoup occupé. C’est ainsi que je me permets de vous remetre ci-joint une étude faite par moi-même au sujet de l’esthétique des villes anciennes en générale, laquelle a fait l’ object de ma Thèse pour le Doctorat lorsque je comletais mes études à Berlin. Ce travail a aussi été etudé en brochure spéciale, et je regrette de ne pouvoir bientôt le publier aussi en Français. Je vous prie de bien vouloir l’examiner en maître et me donner votre opinion laquelle jouit de monter mon estime et due je désirerais beaucoup connaître. C’est en vous remerciant très sincèrement que je vous prie d’agréer Monsieur, l’assurance de ma considération la plus distinguée. Dr. C. A. Doxiadis [Γράμμα του Κ. Α. Δοξιάδη στον Le Corbusier με ημερομηνία 08.01.1938. Ακολουθώ τη σύνταξη, τη γραμματική και την ορθογραφία όπως αυτές εμφανίζονται στο πρωτότυπο].

    Η επιτυχία

    Ήταν πραγματικά εντυπωσιακή η πορεία που είχε η διατριβή μετά την παρουσίασή της. Αμέσως ακολούθησαν δεκάδες παρουσιάσεις και βιβλιοκρισίες σε επιστημονικά περιοδικά και εφημερίδες εντός και εκτός Γερμανίας αλλά και προσκλήσεις για άρθρα και διαλέξεις του Δοξιάδη σε επιστημονικούς συλλόγους. Τα περισσότερα σχόλια γνωστών αρχιτεκτόνων, αρχαιολόγων, μαθηματικών και άλλων επιστημόνων για την «ανακάλυψη» Δοξιάδη –όπως συνήθως αποκαλούσαν τη θεωρία του– ήταν από θετικά έως ενθουσιώδη.

    Οι τίτλοι όπως «Αρχαία Πολεοδομία», «Οι ανασκαφές της Σάμου επωφελούνται από την ανακάλυψη Δοξιάδη», «η Ανακάλυψη του Νόμου του Χώρου» δηλώνουν τον ενθουσιασμό των κριτικών για ένα αρχαίο μυστικό, το οποίο επιτέλους αποκαλύφθηκε. Μέσα στο 1936 ο Δοξιάδης προετοίμασε και μια διάλεξη, πάντα γύρω από τη διατριβή του, για την επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων του Βερολίνου, γεγονός που συνδέεται με τη συμμετοχή του στον καλλιτεχνικό διαγωνισμό ο οποίος έγινε στο πλαίσιο των Αγώνων του 1936.4Ο Δοξιάδης διαγωνίστηκε στην κατηγορία της Αρχιτεκτονικής-Πολεοδομίας, αλλά δεν πήρε κάποιο βραβείο. Το πρώτο βραβείο το πήραν οι αδερφοί Werner και Walter March. http://www.olympedia.org/results/920044. Εκεί θα παρουσιάσει σχέδια μεγάλων διαστάσεων των συγκροτημάτων της αρχαίας Ελλάδας τα οποία έχει μελετήσει.5Το ενδιαφέρον για να παρουσιαστούν τα σχέδια του Δοξιάδη δεν πρέπει να φαίνεται παράδοξο σε μια Ολυμπιάδα η οποία με κάθε τρόπο αναφερόταν στην αρχαία Ελλάδα όπως φανερώνει και η, για πρώτη φορά, μεταφορά της ολυμπιακής φλόγας από την Ολυμπία στο Βερολίνο. (Εικ. 4) Δεν ήταν βέβαια όλοι το ίδιο ενθουσιώδεις με τη νέα θεωρία του Δοξιάδη. Ο Armin von Gerkan σε άρθρο του στο περιοδικό Gnomon (von Gerkan, 1938, 529–534) φάνηκε ιδιαίτερα επιφυλακτικός, σημειώνοντας ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν τέτοια συστήματα χαράξεων και επισημαίνοντας ότι οποιοσδήποτε μπορεί, αν προσπαθήσει, να αποδείξει για οποιοδήποτε κτίριο ότι υπακούει σε αρμονικές, γεωμετρικές χαράξεις.6Damals habe ich den Autor von gewissen Übertreibungen warnen müssen, die perspektivische Wirkungen betrafen, leider ohne Erfolg: ich werde sie hier darlegen müssen […]. Wir sehen jedoch, wie nachsichtig Doxiadis sein System anwendet: schwankend, ungenau und inconsequent. Darin unterscheidet die vorliegende Theorie sich in keiner Weise von den älteren. […] dazu reicht das Material nicht aus, und wir finden nur eine unbewiesene These […]. Die philosophische Unterbauung der Theorie ist schwerlich überzeugend, sondern vielfach willkürlich-mystisch, manchmal sophistisch.

    Βασικές αντιρρήσεις είχε και ο Hans Schleif (1938, 1658–1660), ο οποίος έθεσε το ρητορικό ερώτημα αν ένα τόσο απλοϊκό σύστημα, το οποίο βασιζόταν απλώς και μόνο σε μερικά γεωμετρικά σημεία στον χώρο, μπορούσε να εξηγήσει όλη την αρχαία πολεοδομία. Αντίστοιχες ενστάσεις είχε και ο Rudolf Naumann (1938, 1230–1236). Αφού σχολίασε τις πολλαπλές άκαρπες προσπάθειες να ερμηνευτεί η αρχιτεκτονική μέσα από γεωμετρικούς κανόνες, τόνισε τον κίνδυνο που εμπεριέχει η αναγωγή ενός τρισδιάστατου χώρου σε δύο διαστάσεις, επισημαίνοντας παράλληλα την έλλειψη ακριβών αρχαιολογικών αποτυπώσεων για τις περισσότερες από τις περιοχές που παρουσίασε ο Δοξιάδης.

    Οι ελληνικές εφημερίδες της εποχής ανέδειξαν, όπως ήταν αναμενόμενο, τη θεωρία Δοξιάδη ως μια μοναδική επιτυχία η οποία έριχνε νέο φως και εξηγούσε μια για πάντα σημαντικά θέματα αρχαιολογίας που όλοι αγνοούσαν. Η εφημερίδα Ελεύθερο Βήμα στο άρθρο «Η οικοδομική εις την αρχαίαν Ελλάδα: ανακάλυψις ενός Έλληνος» (24.11.1936) τόνισε τη θερμή υποδοχή της θεωρίας από τους γερμανούς αρχαιολόγους, η εφημερίδα Καθημερινή στο άρθρο «Μία ανακοίνωσις του Αρχιτέκτονος Κ. Δοξιάδη» (23.11.1936) αναφέρθηκε στη διάλεξη που έδωσε ο Δοξιάδης στην Ένωση Αρχιτεκτόνων και Μηχανικών του Βερολίνου και η εφημερίδα Εστία στο άρθρο «Η ανακάλυψις του κ. Κ. Δοξιάδη: εις το Βερολίνον» (20.11.1936) σχολίασε την ίδια διάλεξη ως μια «αληθινή ανακάλυψις εξηγούσης όσο καμμία άλλη ίσως τον κόσμο του αρχαίου Ελληνικού κάλλους» για να επανέλθει, 10 ημέρες αργότερα, σε δεύτερο σχετικό εξυμνητικό άρθρο με τίτλο «Το μυστικό των αρχαίων Ελλήνων» (30.11.1936). Τόσο οι γενικές παρουσιάσεις της θεωρίας του Δοξιάδη όσο και οι σχετικές βιβλιοκριτικές συνεχίστηκαν μέσα στη δεκαετία του 1940 και λιγότερο μέσα τη δεκαετία του 1950. Επίσης, από τo 1936 και μετά εμφανίστηκαν και άλλες μελέτες πάνω σε θέματα οπτικής αντίληψης της αρχαίας αρχιτεκτονικής. Για παράδειγμα, ο G. P. Stevens (1936, 443–520) υποστήριξε την ύπαρξη προνομιούχων σημείων θέασης από τον περίβολο του ναού της Αρτέμιδος Βραυρωνίας όπου ο επισκέπτης αντιλαμβάνονταν το σύνολο του Παρθενώνα. Το 1954 ο Stillwell (1954, 3–8) στο άρθρο του «The sitting of classical Greek Temples», κατέθεσε τη δική του μελέτη για τον χώρο της κλασικής αρχιτεκτονικής με συμπεράσματα παρόμοια με αυτά του Δοξιάδη.

    Επίσης ο R. D. Martienssen (1958) θα αποδώσει ιδιαίτερη αξία στον «θεατή» (spectator) και στον ρόλο του για τον προσανατολισμό των κτιρίων. Αντίστοιχα, ο Roland Martin (1966), αφού αναφερθεί εκτεταμένα στο είδος της προοπτικής που είχαν αναπτύξει οι ζωγράφοι της αρχαιότητας όπως ο Αγάθαρχος ο Σάμιος, ο Πολύγνωτος, ο Μίκων κ.ά., θα υιοθετήσει τις απόψεις περί προνομιακών σημείων θέασης των κτιρίων όπως αυτές παρουσιάστηκαν από τον Stevens. Η χρονιά όμως που επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο η θεωρία του ήταν το 1962, όταν ο αμερικάνος ιστορικός τέχνης και καθηγητής στο Yale Vincent Scully αναφέρθηκε σε αυτήν στο γνωστό βιβλίο του The Earth, the Temple, and the Gods: Greek Sacred Architecture. Αν και ο Scully δεν είχε πειστεί απόλυτα από τη θεωρία Δοξιάδη, συμφωνούσε, ωστόσο, στην κομβική σημασία του περιβάλλοντος ως συνθετικού παράγοντα οργάνωσης του αρχιτεκτονικού χώρου. Συμφωνούσε επίσης στην άποψη για μια σταδιακή εξέλιξη από ένα πρωταρχικό «ελεύθερο» σύστημα σύνθεσης του χώρου προς ένα μεταγενέστερο γεωμετρημένο και, εν συνεχεία, ιπποδάμειο ορθοκανονικό. Το 1963 οι εκδόσεις The MIT Press θα εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους να επανεκδώσουν κάποια από τα βιβλία του Δοξιάδη και ένα από αυτά είναι και η διδακτορική διατριβή του ήδη τότε παγκοσμίου φήμης έλληνα πολεοδόμου.7H σχετική αλληλογραφία ανάμεσα στον Δοξιάδη, την Tyrwhitt και τον εκδοτικό οίκο βρίσκεται στο Αρχείο Δοξιάδη, φάκελος 22677. Το κείμενο μεταφράστηκε στα αγγλικά από την καθηγήτρια στο Harvard και συνεργάτιδα του Δοξιάδη, Jacqueline Tyrwhitt, για να πάρει τη μορφή βιβλίου το 1972, όπου και θα εκδοθεί από το The ΜΙΤ Press με τίτλο Architectural Space in Ancient Greece.

    Έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι αν και ο Δοξιάδης πολύ σπάνια εφάρμοζε τη θεωρία του στην πράξη (εν μέρει στο Απολλώνιο Πόρτο Ράφτη και στη μελέτη για τον Ναό του Σωτήρος στον Λυκαβηττό), ωστόσο πάντα πίστευε σε αυτήν. Γι’ αυτό και θα συμπεριλάβει τη θεωρία του σε εργασίες για την αρχαία ελληνική πόλη, όπως στο γνωστό Η αρχαία ελληνική και η σημερινή πόλις (1964, 46–59). To 1974 η θεωρία Δοξιάδη συμπεριλήφθηκε στο Encyclopedia of Urban Planning, (Νέα Υόρκη, McGraw-Hill) ενώ το 1978 δημοσιεύτηκε από τον Αναστάσιο Ορλάνδο μια εκτενής κριτική για τη θεωρία Δοξιάδη, με αφορμή τα πρόσφατα άρθρα του Δοξιάδη, στο βιβλίο του Ορλάνδου (1978) για τον Παρθενώνα. Σε αυτό το βιβλίο, ο Ορλάνδος προσπάθησε τεκμηριωμένα να αναιρέσει τη θεωρία Δοξιάδη μέσα από τα αρχαιολογικά δεδομένα, αλλά καταθέτοντας ταυτόχρονα τη δική του ματιά πάνω στην αισθητική της αρχαίας αρχιτεκτονικής.

    Η μοντέρνα όραση

    Τα χρόνια των σπουδών του Κωνσταντίνου Δοξιάδη στο Πολυτεχνείο μαρτυρούν τη ζωή σε ένα περιβάλλον το οποίο μελετάει και κατανοεί την αρχιτεκτονική μέσα από τη σχέση με την οπτική μορφή της. Βασικό μάθημα του πρώτου έτους στη Σχολή Αρχιτεκτόνων της Αθήνας την εποχή εκείνη, η Οπτική, εξετάζει τη φυσική των κυμάτων του φωτός, τον οφθαλμό, το είδωλο, τους φακούς, τα κάτοπτρα κ.ά., αναφέρεται στις ψυχοφυσικές μελέτες του Fechner και τα επιστημονικά πειράματα του Boltzmann και του Planck.

    Άλλωστε και ο Choisy, την Histoire του οποίου διδάσκεται ο Δοξιάδης στο Πολυτεχνείο από τον Ορλάνδο,8Στο μάθημα αρχιτεκτονικής σύνθεσης του δευτέρου έτους της σχολής ο Αναστάσιος Ορλάνδος, μιλώντας για συμμετρία, αναφέρει την ισορροπία του συμπλέγματος Προπύλαια-Ναός Αθηνάς Νίκης ως μια ισορροπία «φυσική», δίνοντας το γνωστό παράδειγμα για το δέντρο με τα κλαδιά από την ιστορία του Choisy. Βλ. τις φοιτητικές σημειώσεις του Δοξιάδη (Αρχείο Δοξιάδη, φάκελος 18614). μέσα από την έννοια του «pittoresque» αναφερόταν στην οπτική ισορροπία των μνημείων της Ακρόπολης, στα σημεία εποπτείας του χώρου και τη διαδοχική αντίληψη του χώρου από ένα κινούμενο παρατηρητή. Αυτή η αναζήτηση της οπτικής διάστασης του χώρου πιθανώς να οδήγησε τον φοιτητή Δοξιάδη να μεταφράσει στα ελληνικά ολόκληρο το βιβλίο του Le Corbusier Précisions sur un état présent de l’architecture et de l’urbanisme.9Το χειρόγραφο της ελληνικής μετάφρασης του βιβλίου του Le Corbusier βρίσκεται στο αρχείο Δοξιάδη (φάκελος 18645). Η γαλλική έκδοση του 1930, την οποία πιθανότατα μετέφρασε ο Δοξιάδης, βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη Δοξιάδη στο Ε.Μ.Π.

    Επηρεασμένος πιθανότατα από την εμπειρία της παρουσίας του διάσημου αρχιτέκτονα στο Πολυτεχνείο το 1933 στο πλαίσιο του 4ου CIAM αλλά και τις αναφορές του Le Corbusier (1924) στην αθηναϊκή Ακρόπολη και την υιοθέτηση της ερμηνείας της οπτικής συμμετρίας της από τον Choisy, θέλει να μελετήσει, να κατανοήσει και να νιώσει κοντά στην πρωτοπορία της αρχιτεκτονικής σκέψης. Μιας σκέψης σύμφωνα με την οποία η αρχιτεκτονική ανάγεται σε μια αφαιρετική γεωμετρία, «το μάτι βλέπει και το πνεύμα υπολογίζει» και η πόλη δεν είναι παρά ένας «κύκλος» οπτικών εντυπώσεων, οπτικών ερεθισμάτων.

    Αν αναζητήσουμε στη βιβλιοθήκη Δοξιάδη τα βιβλία με ημερομηνία έκδοσης πριν το 1936, θα βρούμε αρκετές ακόμα μελέτες οι οποίες μιλάνε για τη σύνθεση του χώρου στην αρχαιότητα και τη σχέση της με την οπτική αντίληψη. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Δοξιάδης, ως φοιτητής στο Πολυτεχνείο τη δεκαετία του 1930, είχε ήδη ένα πλούσιο υλικό για τη μελέτη του. Μπορούμε να φανταστούμε, επομένως, ότι εφόσον το θεωρητικό υλικό και η μεθοδολογία υπήρχαν, η έρευνα στο Βερολίνο περιορίστηκε στη μελέτη και γεωμετρική ανάλυση κάποιων κατόψεων από γνωστά βιβλία αρχαιολογίας.10Ο Δοξιάδης είχε παρακολουθήσει στο Βερολίνο και μαθήματα του Hans Poelzig: «Παρηκολούθησα κτιριολογικάς ασκήσεις εις το Atelier του καθηγητού Poelzig εις την Ακαδημία των Καλών Τεχνών του Βερολίνου» (Αρχείο Δοξιάδη, φάκελος 6641). Το αν και σε τι βαθμό τον επηρέασαν θα είχε ενδιαφέρον να αναζητηθεί. Αυτή η μελέτη των σχεδίων μαζί με ένα-δύο ταξίδια στην Ελλάδα και την Ιωνία θα αρκούσε στον Δοξιάδη, ώστε να συλλέξει ό,τι υλικό τού ήταν απαραίτητο για να στήσει τη θεωρία του. Το να αρχίσει και να ολοκληρωθεί η διατριβή σε διάστημα ενός χρόνου αρχίζει να μοιάζει πλέον απολύτως εφικτό.

    Παρά τις όποιες θετικές αναφορές, η θεωρία του Δοξιάδη δεν είναι σήμερα αποδεκτή από τους αρχαιολόγους. Ακόμα και αν εξακολουθεί να διδάσκεται σε αρκετές αρχιτεκτονικές σχολές και τμήματα πολεοδομίας, αρχαιολογίας κ.ά. διεθνώς ως μια πολύ ενδιαφέρουσα θεωρία σχεδιασμού, η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου τρόπου σύνθεσης του αρχιτεκτονικού χώρου στην αρχαιότητα δεν θεωρείται πλέον έγκυρη (Korres, 1996). Όπως εύστοχα είχαν σχολιάσει οι Αλέξανδρος Τζώνης και Lian Lefaivre: «Doxiadis schema was more ingenious than correct». Άλλωστε, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η θεωρία του Δοξιάδη προέκυψε από μια σοβαρή αρχαιολογική έρευνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο Δοξιάδης δεν είχε επισκεφθεί τους αρχαιολογικούς τόπους μελέτης για να συγκροτήσει τη θεωρία του, δεν είχε βρεθεί στους χώρους τους οποίους ερευνούσε, παρά μόνο αφού είχε ολοκληρώσει τη διατριβή του. Πράγματι, είναι τον Ιούνιο του 1936, και αφού έχει καταθέσει τη διατριβή, που ο νεαρός αρχιτέκτονας θα λάβει μια υποτροφία από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (DAI), ώστε να πάει στην Ιωνία και να επισκεφτεί κάποιους από τους αρχαιολογικούς χώρους τους οποίους ανέλυσε γεωμετρικά. Η επίσκεψη στην Ιωνία, δηλαδή, δεν επηρέασε τη σύνταξη της διατριβής. Η επιτόπου παρατήρηση ήρθε απλώς ως επιβεβαίωση μιας μελέτης που είχε ήδη γίνει.

    Είναι λογικό ο Δοξιάδης να βρίσκει θεωρητικό στήριγμα στα Οπτικά του Ευκλείδη, τα οποία έρχονται, μέσω του Βιτρούβιου, να αποκτήσουν κεντρική θέση στη θεωρία της αρχιτεκτονικής, ιδιαίτερα από την Αναγέννηση και μετά. Αλλά η ίδια η κατασκευή του υποκειμένου «θεατής» ή «παρατηρητής» που εισάγει ο Δοξιάδης προϋποθέτει μια σαφή διάκριση ανάμεσα σε υποκείμενο και αντικείμενο, η οποία, όπως τονίζει ο Gérard Simon (1988, 32), δεν συναντάται στην αρχαιότητα, αλλά εισάγεται πρώτη φορά με τον Descartes και τη Διοπτρική του. Αν θέλουμε, επομένως, να βρούμε πού θεμελιώνεται η θεωρία Δοξιάδη, θα πρέπει να σταματήσουμε να ψάχνουμε στην αρχαιότητα και να στραφούμε προς τις κατακτήσεις της νεωτερικότητας. Ιδιαίτερα κατά το τελευταίο μισό του 19ου αιώνα, όταν παρατηρείται μια ευρύτερη στροφή στη φιλοσοφία της τέχνης προς μια κατεύθυνση όπου το έργο τέχνης μελετάται ως αυτόνομο αισθητικό αντικείμενο, με τους γερμανούς θεωρητικούς της τέχνης όπως ο Vischer, ο Fiedler, ο Göller, ο Schmarsow, ο Riegl, ο Wölfflin κ.ά. να πρωτοπορούν, προσπαθώντας να περιγράψουν το φιλοσοφικό πλαίσιο μιας φυσιολογικής διαδικασίας, όπου μέσω της αίσθησης της όρασης οι εικόνες που σχηματίζονται στον αμφιβληστροειδή μετασχηματίζονται σε μια καθολική αισθητική εμπειρία στο μυαλό και την ψυχή του θεατή (Ikonomou, 1992). Ο Robert Vischer, για παράδειγμα, ήταν αυτός που εισήγαγε τη λέξη «ενσυναίσθηση» (Einfühlung) το 1870 για να περιγράψει αυτή τη μετάδοση του συναισθήματος από ένα έργο τέχνης στον άνθρωπο.

    Το 1873 στο Über das optische Formgefühl [Περί της οπτικής αίσθησης της μορφής] εξηγούσε ότι αρχή της αισθητικής καλλιέργειας είναι η παρατήρηση και ότι η πιο δυνατή συνήθεια του καλλιτέχνη είναι να «ανοίγει τα μάτια του» [Er macht die Augen auf; das ist seine auffälligste Gewohnheit]. (Vischer, 1994, 116) Στο ίδιο πνεύμα, ο Göller (1994, 198) έγραφε για την ομορφιά της ορατής μορφής, η οποία είναι η πρώτη και συχνά η μόνη πηγή αισθητικής ευχαρίστησης στα έργα της αρχιτεκτονικής. Αλλά και για τον Alois Riegl η οπτική αντίληψη είχε ανέκαθεν δισδιάστατη βάση και μάλιστα οι αρχαίοι πολιτισμοί αντιλαμβάνονταν τον χώρο ως δισδιάστατα «κάδρα» (Ikonomou, 1992, 122). Κάτι αντίστοιχο πρότεινε και ο Wölfflin (1994) στο «Prolegomena zu einer Psychologie der Architektur» [Προλεγόμενα σε μία ψυχολογία της αρχιτεκτονικής], όταν εξηγούσε ότι η αρχιτεκτονική μπορεί να γίνει αντιληπτή μόνο μέσω δισδιάστατων προβολών, δηλαδή μόνο μέσω εικόνων οι οποίες προβάλλονται σε διαδοχικά επίπεδα.

    Το παρακάτω τεκμήριο από τη διατριβή του Δοξιάδη μάς μιλάει ακριβώς για αυτό: Σε μια χαρακτηριστική πανοραμική φωτογραφία των ερειπίων μιας αρχαίας πόλης της Ιωνίας, διακρίνουμε μέσα στο κάδρο και τον Δοξιάδη. (Εικ. 6) Ο Δοξιάδης είναι όμως διπλός, εμφανίζεται ταυτόχρονα σε δύο διαφορετικά σημεία, στα αριστερά και δεξιά της φωτογραφίας. Τι συμβαίνει; Τεκμήριο της χωρικής και χρονικής μετατόπισης, η παρουσία του Δοξιάδη σε δύο διαφορετικούς τόπους μέσα στον αρχαιολογικό χώρο, μας υπενθυμίζει την οπτική κατασκευή του. Το παράδοξο της διπλής εμφάνισης του ίδιου προσώπου μέσα σε μία εικόνα, μπορεί να εξηγηθεί ακριβώς επειδή υπάρχει η μοντέρνα φωτογραφική μηχανή, στην περιστροφική κίνηση της οποίας αποτυπώνονται δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές ως σύνθεση (μοντάζ) δύο διαδοχικών φωτογραφιών σε μία. Αυτή η χαρακτηριστική φωτογραφία είναι η απόδειξη ότι η αρχαιότητα του Δοξιάδη είναι πιο κοντά στον 20ό αιώνα μ.Χ. παρά στον 5ο αιώνα π.Χ.. Γιατί αυτό που κάνει τελικά ο Δοξιάδης με τη θεωρία του είναι να στήνει μια κινηματογραφική μηχανή εκεί ακριβώς που θα έβαζε το μάτι του ο φανταστικός αρχαίος παρατηρητής και να βλέπει την αρχαία πολεοδομία, ξανά, αυτή τη φορά μέσα από τα μοντέρνα τεχνολογικά μάτια της εποχής του. Προσπαθώντας ο Δοξιάδης, από μια αρχαιολογική σκοπιά, να δώσει κάποια επιστημονική εξήγηση μεταπίπτει εύκολα από το αρχαιολογικό εύρημα στο θεωρητικό εύρημα. Η αναζήτηση της πανοραμικής ματιάς, βέβαια, δεν ήταν μόνο μια εμμονή των αρχιτεκτόνων. Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα το πανόραμα, μια κατασκευή μεγάλων διαστάσεων, η οποία αποτελούνταν από έναν πύργο στο κέντρο και ένα πανί σε σχήμα κυλίνδρου περιμετρικά, μετέτρεψε τα τοπία των πόλεων σε εικόνες σαν αυτές που κρέμονταν στις πινακοθήκες, (Εικ. 7) μια σειρά κυκλικών χώρων οι οποίοι περιείχαν τους θεατές τους (Huhtamo, 2013). Ένα τέτοιο μοντέρνο dispositif κατασκευάζει και ο Δοξιάδης όταν ανακατασκευάζει και αναπαριστά την υποθετική οπτική εντύπωση που θα είχε ένας θεατής της αρχαιότητας αν περιέστρεφε το κεφάλι του και παρατηρούσε τον χώρο γύρω του. Μόνο που αντί για τα πανοράματα του Λονδίνου, του Σικάγου και του Παρισιού ο Δοξιάδης ανακατασκευάζει τα πανοράματα της αρχαίας Αθήνας, του Σουνίου και της Ολυμπίας.

    Zusammenfassung

    Σε αυτήν τη μικρο-ιστορία παρουσιάζεται η διδακτορική διατριβή του Κωνσταντίνου Δοξιάδη (Βερολίνο, 1936) ως μια θεωρία η οποία έχει λιγότερο σχέση με το καθαυτό αντικείμενό της, που ήταν η αρχαία Ελλάδα και η πολεοδομία της, και περισσότερο με τη μοντέρνα μεσοπολεμική εποχή και τους τρόπους με τους οποίους αυτή αντιλαμβανόταν την αρχαιότητα. Αφού περιγράφονται συνοπτικά οι λόγοι για τους οποίους η διατριβή του Δοξιάδη δεν μπορεί να τεκμηριωθεί με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα της εποχής της, αναπτύσσεται ένα επιχείρημα πάνω στα κατεξοχήν νεωτερικά θεμέλια της θεωρίας αυτής. Πάνω σε αυτήν την κατεύθυνση λαμβάνονται υπόψη οι αισθητικές θεωρίες για την αρχιτεκτονική του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, καθώς και τα μοντέρνα τεχνικά και αισθητικά μορφότυπα (dispositives) όπως το πανόραμα, μια αρχετυπική δομή κέντρου-κύκλου, η οποία ταυτίζεται με το θεωρητικό-γεωμετρικό πρότυπο της διατριβής του Δοξιάδη.

    Σημειώσεις

    • 1
      Ο Δοξιάδης πιστεύει ότι σε αυτή τη διάκριση αναφέρεται και ο Αριστοτέλης όταν γράφει για «αρχαιότερον τρόπο». Σήμερα, βέβαια, γνωρίζουμε ότι ελληνικές αποικίες του 7ου αιώνα π.Χ., όπως π.χ. τα Μέγαρα Υβλαία είχαν «ιπποδάμεια» οργάνωση εξαρχής.
    • 2
      Η αλληλογραφία με τους εκδοτικούς οίκους Wilhelm Ernst & Sohn και Alfred Megner υπάρχει στο Αρχείο Δοξιάδη (DA18507).
    • 3
      Cher Monsieur, Lorsque j’étais encore étudiant, il y a quelques années, j’ai beaucoup lu vos ouvrages concernant l’architecture moderne et j’y ai remarqué avec plaisir que la question de l’esthétique de l’Acropole d’Athènes vous a beaucoup occupé. C’est ainsi que je me permets de vous remetre ci-joint une étude faite par moi-même au sujet de l’esthétique des villes anciennes en générale, laquelle a fait l’ object de ma Thèse pour le Doctorat lorsque je comletais mes études à Berlin. Ce travail a aussi été etudé en brochure spéciale, et je regrette de ne pouvoir bientôt le publier aussi en Français. Je vous prie de bien vouloir l’examiner en maître et me donner votre opinion laquelle jouit de monter mon estime et due je désirerais beaucoup connaître. C’est en vous remerciant très sincèrement que je vous prie d’agréer Monsieur, l’assurance de ma considération la plus distinguée. Dr. C. A. Doxiadis [Γράμμα του Κ. Α. Δοξιάδη στον Le Corbusier με ημερομηνία 08.01.1938. Ακολουθώ τη σύνταξη, τη γραμματική και την ορθογραφία όπως αυτές εμφανίζονται στο πρωτότυπο].
    • 4
      Ο Δοξιάδης διαγωνίστηκε στην κατηγορία της Αρχιτεκτονικής-Πολεοδομίας, αλλά δεν πήρε κάποιο βραβείο. Το πρώτο βραβείο το πήραν οι αδερφοί Werner και Walter March. http://www.olympedia.org/results/920044.
    • 5
      Το ενδιαφέρον για να παρουσιαστούν τα σχέδια του Δοξιάδη δεν πρέπει να φαίνεται παράδοξο σε μια Ολυμπιάδα η οποία με κάθε τρόπο αναφερόταν στην αρχαία Ελλάδα όπως φανερώνει και η, για πρώτη φορά, μεταφορά της ολυμπιακής φλόγας από την Ολυμπία στο Βερολίνο.
    • 6
      Damals habe ich den Autor von gewissen Übertreibungen warnen müssen, die perspektivische Wirkungen betrafen, leider ohne Erfolg: ich werde sie hier darlegen müssen […]. Wir sehen jedoch, wie nachsichtig Doxiadis sein System anwendet: schwankend, ungenau und inconsequent. Darin unterscheidet die vorliegende Theorie sich in keiner Weise von den älteren. […] dazu reicht das Material nicht aus, und wir finden nur eine unbewiesene These […]. Die philosophische Unterbauung der Theorie ist schwerlich überzeugend, sondern vielfach willkürlich-mystisch, manchmal sophistisch.
    • 7
      H σχετική αλληλογραφία ανάμεσα στον Δοξιάδη, την Tyrwhitt και τον εκδοτικό οίκο βρίσκεται στο Αρχείο Δοξιάδη, φάκελος 22677.
    • 8
      Στο μάθημα αρχιτεκτονικής σύνθεσης του δευτέρου έτους της σχολής ο Αναστάσιος Ορλάνδος, μιλώντας για συμμετρία, αναφέρει την ισορροπία του συμπλέγματος Προπύλαια-Ναός Αθηνάς Νίκης ως μια ισορροπία «φυσική», δίνοντας το γνωστό παράδειγμα για το δέντρο με τα κλαδιά από την ιστορία του Choisy. Βλ. τις φοιτητικές σημειώσεις του Δοξιάδη (Αρχείο Δοξιάδη, φάκελος 18614).
    • 9
      Το χειρόγραφο της ελληνικής μετάφρασης του βιβλίου του Le Corbusier βρίσκεται στο αρχείο Δοξιάδη (φάκελος 18645). Η γαλλική έκδοση του 1930, την οποία πιθανότατα μετέφρασε ο Δοξιάδης, βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη Δοξιάδη στο Ε.Μ.Π.
    • 10
      Ο Δοξιάδης είχε παρακολουθήσει στο Βερολίνο και μαθήματα του Hans Poelzig: «Παρηκολούθησα κτιριολογικάς ασκήσεις εις το Atelier του καθηγητού Poelzig εις την Ακαδημία των Καλών Τεχνών του Βερολίνου» (Αρχείο Δοξιάδη, φάκελος 6641). Το αν και σε τι βαθμό τον επηρέασαν θα είχε ενδιαφέρον να αναζητηθεί.

    Βιβλιογραφία

    Οπτικό υλικό

    Παραπομπή

    Κωνσταντίνος Τσιαμπάος: «Ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης στο Βερολίνο και η μοντέρνα οπτική στην αρχαιότητα», στο: Αλέξανδρος-Ανδρέας Κύρτσης και Μίλτος Πεχλιβάνος (επιμ.), Επιτομή των ελληνογερμανικών διασταυρώσεων, 02.03.21, URI : https://comdeg.eu/essay/102217/.